Κυριακή 30 Δεκεμβρίου 2012

Στο γύρισμα του χρόνου



Γιάννης Τσαρούχης, "Οι 4 εποχές", 1969

 Στο γύρισμα του χρόνου, οι ευχές γίνονται Ελπίδα, μέσα από την Αγάπη και την Ανθρωπιά. Κι αυτές οι δύο είναι πολύ κοντά μας, όσο κοντά μας βρίσκεται ο «πλησίον».

«Και τις εστί μου πλησίον;»

Η ελπίδα γενιέται παντού! Ακόμα και στην καταστροφή:

Την περασμένη Παρασκευή, Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών απονεμήθηκε μετά θάνατον στους δύο Πακιστανούς Hamayun Anwar και Wakar Ahmed, για υπέρτατη πράξη αυτοθυσίας, καθώς βρήκαν τραγικό θάνατο στις 6 Απριλίου 2012, στο Κρυονέρι Αττικής, στην προσπάθειά τους να απεγκλωβίσουν ένα ηλικιωμένο ζευγάρι από τις ράγες του τραίνου.



Ο Humayun Anwar ήταν γεννημένος στις 4 Αυγούστου 1993. (Δεν είχε κλείσει ούτε τα  19!) Ζούσε εδώ με τον θείο του, ο οποίος και έχει αναλάβει όλα τα διαδικαστικά.

Ο Wakar Ahmed ήταν γεννημένος την 1 Ιανουαρίου 1979. (Την ερχόμενη Πρωτοχρονιά θα έκλεινε τα 33...) Ο Wakar ήταν συγχωριανός των δυο πρώτων.

Στο γύρισμα του χρόνου, η αυτοθυσία των «Ξένων» που στάθηκαν «Πλησίον» ανάβει ένα φωτάκι... 




Κι άλλο ένα δώρο! Η σκληρή πραγματικότητα συνομιλεί μ' ένα τρυφερό παραμύθι, ένα κείμενο του Μάνου Χατζηδάκι για την Αγάπη και το Χρόνο:




Μια φορά κι έναν καιρό, υπήρχε ένα νησί, στο οποίο ζούσαν όλα τα συναισθήματα. Εκεί ζούσαν η Ευτυχία, η Λύπη, η Γνώση, η Αγάπη και όλα τα άλλα συναισθήματα. Μια μέρα έμαθαν ότι το νησί τους θα βούλιαζε και έτσι όλοι επισκεύασαν τις βάρκες τους και άρχισαν να φεύγουν. Η Αγάπη ήταν η μόνη που έμεινε πίσω. Ήθελε να αντέξει μέχρι την τελευταία στιγμή.

Όταν το νησί άρχισε να βυθίζεται, η Αγάπη αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια. Βλέπει τον Πλούτο που περνούσε με μια λαμπερή θαλαμηγό. Η Αγάπη τον ρωτάει: «Πλούτε, μπορείς να με πάρεις μαζί σου;». «Όχι, δεν μπορώ» απάντησε ο Πλούτος. «Έχω ασήμι και χρυσάφι στο σκάφος μου και δεν υπάρχει χώρος για σένα».

Η Αγάπη τότε αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια από την Αλαζονεία που επίσης περνούσε από μπροστά της σε ένα πανέμορφο σκάφος. «Σε παρακαλώ, βοήθησέ με» είπε η Αγάπη. «Δεν μπορώ να σε βοηθήσω Αγάπη. Είσαι μούσκεμα και θα μου χαλάσεις το όμορφο σκάφος μου» της απάντησε η Αλαζονεία.

Η Λύπη ήταν πιο πέρα και η Αγάπη αποφάσισε να ζητήσει από αυτή βοήθεια. «Λύπη, άφησέ με να έρθω μαζί σου». «Ω Αγάπη, είμαι τόσο λυπημένη, που θέλω να μείνω μόνη μου» είπε η Λύπη.

Η Ευτυχία πέρασε μπροστά από την Αγάπη, αλλά και αυτή δεν της έδωσε σημασία. Ήταν τόσο ευτυχισμένη, που ούτε καν άκουσε την Αγάπη να ζητά βοήθεια.

Ξαφνικά ακούστηκε μια φωνή: «Αγάπη, έλα προς τα εδώ! Θα σε πάρω εγώ μαζί μου!». Ήταν ένας πολύ ηλικιωμένος κύριος, που η Αγάπη δεν γνώριζε, αλλά ήταν γεμάτη από τέτοια ευγνωμοσύνη, που ξέχασε να ρωτήσει το όνομά του.

Όταν έφτασαν στην στεριά, ο κύριος έφυγε και πήγε στο δρόμο του. Η Αγάπη, γνωρίζοντας πόσα χρωστούσε στον κύριο που τη βοήθησε, ρώτησε την Γνώση: «Γνώση, ποιος με βοήθησε»; «Ο Χρόνος» της απάντησε η Γνώση. «Ο Χρόνος;» ρώτησε η Αγάπη. «Γιατί με βοήθησε o Χρόνος;» Τότε η Γνώση χαμογέλασε και με τη βαθιά σοφία της είπε: «Μόνο ο Χρόνος μπορεί να καταλάβει πόσο μεγάλη σημασία έχει η Αγάπη». 

Πέμπτη 27 Δεκεμβρίου 2012

Χαράματα Χριστουγέννων


Την καρδιά του χειμώνα, όταν η μέρα παίρνει τα πάνω της, έπειτα από το χειμερινό ηλιοστάσιο, διάλεξαν οι αρχαίοι λαοί να λατρέψουν το φως του ήλιου. Στις σύντομες μέρες του Δεκέμβρη, οι άνθρωποι νιώθουν την αξία του φωτός, μέσα από την απουσία του...
Αργότερα, οι χριστιανοί επέλεξαν αυτή τη χρονική περίοδο να γιορτάσουν την έλευση του Ακτίστου Φωτός, του Ήλιου της Δικαιοσύνης.
Χαράματα της μέρας στα Χαράματα του Χρόνου...

Το Σχολείο που "φώτιζε" τους Πανωσουδενιώτες από το 1843...
Κι οι εκκλησιές προσανατολισμένες στον άξονα Ανατολής-Δύσης...
"Όποιος θέλει να δει πρώτος το φως του ήλιου το πρωί, πρέπει να κοιτάξει προς τη Δύση" (Από μια ιστορία που μου διηγήθηκε Πανωσουδενιώτης)
Η "ροδοδάκτυλος αυγή" (κατά τον Όμηρο)

Βγήκε ο ήλιος πεντακάθαρος και χαϊδεύει στο Ζαγόρι, αλλά η ομίχλη σκεπάζει τις κοιλάδες και τον κάμπο.


Δευτέρα 17 Δεκεμβρίου 2012

Η Φιλαρμονκή της Χωματερής

Επειδή κάθε χρόνο τέτοια εποχή η βιομηχανία του Θεάματος και της Κατανάλωσης μάς βομβαρδίζει με το «Πνεύμα των Χριστουγέννων» (Christmas spirit, επί τω ελληνικότερον), αξίζει να δούμε κάτι πιο αληθινό και πιο ανθρώπινο. Άλλωστε, όπως έλεγε και μια Σουδενιώτισσα νηπιαγωγός στα παιδιά: τα Χριστούγεννα γιορτάζουμε τη γέννηση ενός βρέφους σε μια σπηλιά: το γεγονός αυτό μπορούμε να μας εμπνεύσει χίλιες δυο σκέψεις και πράξεις και όχι αναγκαστικά συχνές επισκέψεις στα Jumbo
Θα μπορούσε, για παράδειγμα, να μας θυμίσει ότι κάτω απ’ τον ήλιο ζουν (και πεθαίνουν), χαίρονται και λυπούνται κι άλλες οντότητες σαν κι εμάς: γύρω στους 6 δισεκατομμύρια μικρόκοσμους! Γύρω στους 6 δισεκατομμύρια Χριστούς…
Η «Ανακυκλωμένη Ορχήστρα» μπορεί να μας θυμίσει πράγματα που γνωρίζουμε, και συνηθίζουμε να τα ξεχνάμε: Ότι άλλο πράγμα είναι οι στατιστικές και άλλο η ζωή και η ανθρώπινη δημιουργία (ειδικά σε μια παραγκούπολη της Λατινικής Αμερικής, όπου ένα βιολί κοστίζει περισσότερο από ένα σπίτι). Ότι μπορούμε να «φιλοκαλούμεν μετ’ ευτελείας» (κατά τον Θουκιδίδη). Ότι «η φτώχεια τέχνες μάθαινε κι η αρχοντιά καμάρι» κι ότι «η μικρή πατ’λιά έχει το λαγό». Και ότι, κατά τον Ελύτη: «κάθε πρόοδος στο ηθικό επίπεδο δεν μπορεί, παρά να είναι αντιστρόφως ανάλογη προς την ικανότητα που έχουν η Δύναμη κι ο Αριθμός να καθορίζουν τα πεπρωμένα μας».

«Η Φιλαρμονική της Χωματερής (Landfill Harmonic) είναι ένα ντοκιμαντέρ μεγάλου μήκους που περιγράφει μια αξιέπαινη μουσική ορχήστρα στην Παραγουάη, στην οποία οι μουσικοί παίζουν όργανα φτιαγμένα από σκουπίδια.

Η Κατεούρα (Cateura) της Παραγουάης είναι μια πόλη χτισμένη κυριολεκτικά πάνω σε μια χωματερή. Οι ρακοσυλλέκτες της πόλης ψάχνουν στα σκουπίδια για εμπορεύσιμα αγαθά και τα παιδιά κινδυνεύουν από τα ναρκωτικά και τις συμμορίες.

Όταν ο διευθυντής της ορχήστρας Ζαράν και ο δάσκαλος μουσικής Φάμπιο οργανώνουν ένα πρόγραμμα εκμάθησης μουσικής για τα παιδιά της Κατεούρα, έχουν περισσότερους μαθητές από μουσικά όργανα.
Όλα άλλαξαν, όταν ένα παιδί τους έφερε κάτι που δεν είχαν δει ποτέ: ένα βιολί φτιαγμένο από σκουπίδια. Σήμερα, μια ολόκληρη ορχήστρα χρησιμοποιεί συναρμολογημένα μουσικά όργανα από σκουπίδια και πλέον ονομάζεται Η Ανακυκλωμένη Ορχήστρα.

Η ταινία δείχνει πώς τα σκουπίδια και τα ανακυκλώσιμα υλικά μπορούν να μεταμορφωθούν σε όμορφα μουσικά όργανα και το σημαντικότερο μαρτυρά την ανεκτίμητη αξία των ανθρώπων.»

Πηγή: www.econews.gr

"Cateura", πίνακας του Fidel Fernadez

Τετάρτη 12 Δεκεμβρίου 2012

Στη μνήμη ενός Ηπειρώτη ποιητή




Στη μνήμη του Ηπειρώτη ποιητή Άλκη Αλκαίου, που έφυγε πρόσφατα, αναρτούμε κάποια από τα μελοποιημένα ποιήματά του.

Μη νυχτωθείς


Φέρνει βροχή και τα πουλιά στα χαμηλά πετάνε
και τα δικά σου βήματα στο πουθενά με πάνε.
Με σκέρτσα και ψευτιές μεθάς στα λούνα-παρκ του πόνου
κι όλο μου λες πως στη ζωή όλα είναι θέμα χρόνου.


Πού θα ‘μαστ’ αύριο, ποιος ξέρει;
Μην το ρωτάς που πάει τ’ αγέρι,
ούτε εκείνο το αλητάκι
στου πάρκου το υγρό παγκάκι.
Πού θα ‘μαστ’ αύριο, ποιος ξέρει;
Μα, ό,τι ο χρόνος και να φέρει,
μη νικηθείς πριν απ’ την ήττα.
μη νυχτωθείς πριν απ’ τη νύχτα.


Στα πεζοδρόμια της βροχής στεγνώνουν οι αισθήσεις.
Στην πιάτσα ο φόβος πειρατής πουλάει παραισθήσεις.
Ουράνια τόξα κυνηγώ, πίσω από ίσκιους τρέχω,
σαν της φωνής σου την ηχώ σε σένα επιστρέφω.



Όλα ζουν, αν τα θυμάσαι


Στης πικροδάφνης τον ανθό και στης μυρτιάς τα φύλλα
το δάκρυ σου κοινώνησα και την ανατριχίλα.
Πριν την αυγή σκορπίσαμε, σαν φύλλα στον αέρα.
Την ερημιά πυροβολώ κι εμένα βρίσκει η σφαίρα.


Πού ξυπνάς και πού κοιμάσαι;
Όλα ζουν, αν τα θυμάσαι.
Στο γιαλό είναι το ταξίδι,
στην εξέδρα το παιχνίδι.


Στον Πολικό στήνεις σκηνή και στον Αποσπερίτη,
μα η αγάπη, για να ζει, θέλει στη γη το σπίτι.
Θέλει φιλί και στεναγμό, σεντόνι. μαύρο χιόνι,
καρδιά να σπάει το μάρμαρο, το κρύσταλλο να λιώνει.



Πουλί σε δέντρο αρχοντικό


Από παιδί χανόσουνα στα βάθη και στα ύψη.
Ποιο άστρο τα κανόνισε, βροχή να μη σου λείψει;
Κι έφευγες πάντα βιαστικά, σαν να σε κυνηγούνε
εκείνα που περάσανε κι εκείνα που θα ‘ρθούνε


Πάρε τη ζωή στα δυο σου χέρια,
τις γροθιές σου χτύπα στα μαχαίρια.
Θά ‘φευγαν τα σύννεφα, φαντάσου,
αν κουνούσες λίγο τα φτερά σου.


Πουλί σε δέντρο αρχοντικό παλιό τραγούδι λέει:
«Αυτός που όλα τα ‘χασε ματώνει, μα δεν κλαίει.»
Αν δε φυσήξει ο άνεμος, το φύλλο δε σαλεύει.
Αν δε θυμώσει η θάλασσα, το κύμα δε χορεύει.





Ρέστα


Είν’ ο κόσμος πέρασμα
και η αγάπη κέρασμα.
Αντάλλαγμα δεν έχει.
Έλα ψυχή μου να με βρεις,
στρώσε τραπέζι της γιορτής.
Η τύχη παίζει να χαρείς
και το ρολόι τρέχει


Όνειρο είναι η ζωή.
Ξοδέψου στην αγάπη.
Καρδιά που όλα τα ‘δωσε
είναι καρδιά γεμάτη.


Πέφτει στους δρόμους καταχνιά.
Σε μια στροφή με μια πενιά
η νύχτα θα μας πάρει.
Σ’ αυτόν τον κόσμο, τον καλό,
όποιος δε βρίσκει ουρανό
στο μαύρο και στο κόκκινο
τα ρέστα του ποντάρει.



Κιφ


Τα σύνορα που πέρασα δεν είχανε φρουρό,
μόνο λίγα γεράκια διψασμένα.
Στα γόνατά μου αράξανε, ζητώντας μου νερό,
και πώς να τα χορτάσω τα καημένα…


Σε πολιτεία βρέθηκα που ‘ψαχνα για καιρό
στου ονείρου μου τον χάρτη τον κρυμμένο.
Πάω να την ψηλαφίσω, τρέχω να τη χαρώ,
κι αυτή με προσπερνάει με βλέμμα ξένο.


Στην αγορά ζωήλατα και ξωτικά πουλιά
και κράχτες που σωσίβια διαλαλούνε.
Αγόρασα από ένα σε δυο γυμνά παιδιά
κι εκείνα ζαρωμένα μ’ απαντούνε:


«Οι δοκιμές μάς γέρασαν νωρίς στον κόσμο αυτό.
Κι αν τόσο θες να κάνεις μια αβαρία,
δώσε μας λίγο πράσινο κιφ Μαροκινό
και θα στο ξεπληρώσει η Ιστορία".


Στο πάρκο ένας μπατίρης μου ζάλιζε τ’ αυτιά
πως ήσουν τράπουλα σημαδεμένη.
Στους τέσσερις ανέμους σκορπίσαν τα χαρτιά.
Πού να σε ψάξω, χώρα μου χαμένη;


Στον ώμο το δισάκι μου. Σε σας ξαναγυρνώ
φωτιά, νερό, αέρα μου, και χώμα.
Δε βγαίνουνε τα όνειρα σε πλειστηριασμό.
Δεν παίχτηκε η παρτίδα μας ακόμα.



Η αυλή των τρελών


Μύθοι λεηλατημένοι
και θεοί λησμονημένοι.
Σε μια κουρσεμένη Τροία
σουλατσάρουν τα θηρία.


Σε οθόνη υγρών κρυστάλλων
τις πληγές μετρώ των άλλων
κι όλο λέω τις άδειες νύχτες
με τους κολλητούς ξενύχτες;


«Δεν μπορεί, δε γίνεται, κάτι θα συμβεί,
όταν όλα μοιάζουν να ‘χουνε τελειώσει.
Κάτι, σαν καταιγίδα ξαφνική,
που το σάπιο σκηνικό τους θα σαρώσει.»


Μύθοι λεηλατημένοι
και θεοί λησμονημένοι.
Φυλακής αυλή το μέλλον
των τρελών και των αγγέλων


Σε τοπίο θολό και γκρίζο,
λύκος και λαγός γυρίζω.
Κι όλο λέω τις άδειες νύχτες
με τους κολλητούς ξενύχτες:


«Δεν μπορεί, δε γίνεται, κάτι θα συμβεί,
όταν όλα μοιάζουν να ‘χουνε τελειώσει.
Κάτι, σαν καταιγίδα ξαφνική,
που το σάπιο σκηνικό τους θα σαρώσει.»

 Εκεί που δεν το περιμένεις,

όνειρα-απάτητες κορφές κι ανθρώποι πατημένοι.
Σ’ αρπάζει η μέρα απ’ το γιακά, στη νύχτα σε πηγαίνει.
Όλες σου τις αμπάριζες έκανε ο χρόνος στάχτη
κι εσύ κοιτάς στα σκοτεινά, σαν να προσμένεις κάτι.


Αντί να βρίζεις το σκοτάδι,
άναψε, φίλε, ένα κερί.

Εκεί που δεν το περιμένεις,
θα ‘ρθει η αγάπη να σε βρει.


Όνειρα-απάτητες κορφές, κι ανθρώποι πατημένοι
κι εσύ τους κόμπους να μετράς, που φτάσανε στο χτένι.
Στης πόλης το λαβύρινθο σβήνει η βροχή τα ίχνη.
Μια Αριάδνη, γελαστή, ψιλή κλωστή σού ρίχνει…





Πάντα γελαστοί

(Για τη δολοφονία του Σολωμού Σολωμού το 1996)


Της νύχτας οι αμαρτωλοί και της αυγής οι μόνοι
θέλουν βαρύ ζεϊμπέκικο και νευρικό τιμόνι.
Σε τόπους τριγυρίζουνε σβησμένους απ’ το χάρτη,
για μια σταγόνα ουρανό, για μιαν αγάπη σκάρτη.


Τα νιάτα μας διαδρομή Αθήνα-Σαλονίκη.
Μια πόλη χτίσαμε μαζί κι ακόμα ζω στο νοίκι.
Έπεσα να σ’ ονειρευτώ σε ψάθα από φιλύρα
κι είδα πώς βγάζει η νύχτα φως και τ’ όστρακο πορφύρα.


Όσοι με το Χάρο γίναν φίλοι
με τσιγάρο φεύγουνε στα χείλη,
στα τρελά τους όνειρα δοσμένοι,
πάντα γελαστοί και γελασμένοι.





Δρομολόγιο


Μια νύχτα στήσαμε γιορτή
σε μαρμαρένια αλώνια.
Σε κάγκελα σφυρήλατα
μας βρήκανε τα χιόνια.

Αλλάξαμε συχνότητα
με τα φτερά σπασμένα.
Στου κύκλου τα γυρίσματα,
πουλιά παγιδευμένα.


Κάτι τραγούδια δίκοπα
μας γίνανε φορτία,
σα νούμερα γερμανικά
σ’ ατέλειωτη θητεία.


Στα στήθια ανάβουν οι καημοί
και οι φωτιές στ’ αμόνια.
Στο ίδιο δρομολόγιο
πώς πέρασαν τα χρόνια;


Με «Σταυρωθήτω» κι «Ωσαννά»
ο κόσμος προχωράει.
Μπαίνω στο γαλαξία σου
κι η γη δε με χωράει.



Αγύριστο κεφάλι


Φυσάει ένας αέρας, που σαρώνει
ενθύμια παλιά και φυλακτά.
Οι ήρωες το σκάνε απ’ την οθόνη,
ξυλάρμενοι τραβάνε στ’ ανοιχτά.


Πού μας πηγαίνει αυτό το τρεχαντήρι;
Δεν ξέρω. Γέμισέ μου το ποτήρι.


Τα μάρμαρα στο φως αντιφεγγίζουν.
Σε ποιο ταξίδι σ’ έχω ξαναδεί;
Τυφλά πουλιά το τζάμι μου ραμφίζουν.
Το πλένει στα φανάρια ένα παιδί.
Κι ένας τελάλης σ’ έρημη πλατεία
τριάντα χρόνια ψάχνει την αιτία.


Στους δρόμους καβαλάρηδες καλπάζουν
και κυνηγούν τ’ αδέσποτα σκυλιά
και οι νοικοκυραίοι, που τρομάζουν,
ξορκίζουν μ’ αγιασμό το σατανά.


Δεν είναι εδώ Βαλκάνια, σου το ‘πα.
Εδώ είναι παίξε-γέλασε και σώπα.


Φυσάει ένας αέρας που σαρώνει,
μα εγώ είμ’ ένα τραγούδι αλλοτινό.
Στου δρόμου το λιοπύρι και το χιόνι
αγύριστο κεφάλι θα γυρνώ.


Στα χέρια σου αφήνω το τιμόνι
κι η πιο μεγάλη νύχτα ξημερώνει…






.

Κυριακή 9 Δεκεμβρίου 2012

Φράσεις που έφυγαν νωρίς...




του Θύμιου Καλαμούκη

Είναι φράσεις που μέχρι πριν τρία χρόνια, τις χρησιμοποιούσαμε πολύ συχνά, για να περιγράψουμε εικόνες και καταστάσεις της καθημερινότητάς μας. Σήμερα έχουν εξαφανιστεί από το φρασεολόγιό μας, λίγο πριν εξαφανιστούμε και εμείς. Ο κατάλογος που ακολουθεί μπορεί άνετα να εμπλουτιστεί, από την πλούσια εμπειρία του καθενός. Εικόνες και καταστάσεις που έπαψαν να υπάρχουν, φράσεις που απέδρασαν από τις συζητήσεις μας.
 ·      Που να βρεις τέτοια ώρα ταξί…

·         Με πήραν τηλέφωνο από την τράπεζα και μου είπαν ότι εγκρίθηκε το δάνειο σπιτιού.
·         Σήμερα ο προϊστάμενος μου ανακοίνωσε αύξηση μισθού.
·         Ήμουνα για ψώνια στα μαγαζιά.
·         Φούλαρα το ρεζερβουάρ του αυτοκινήτου.
·         Γέμισα την δεξαμενή πετρέλαιο για όλο τον χειμώνα.
·         Σήμερα στην δουλειά μας έδωσαν το ετήσιο μπόνους.
·         Μου ήρθε το εκκαθαριστικό της εφορίας. Έχω επιστροφή.
·         Βρήκα δουλειά!
·         Το ΜΕΓΚΑ είναι το πιο έγκυρο κανάλι!
·         Προτιμήσαμε να πάρουμε σπίτι με δάνειο. Οι δόσεις πια είναι σαν ενοίκιο.
·         Άνοιξα λογαριασμό καταθέσεων, στην τράπεζα.
·         Ευτυχώς στην Αθήνα δεν έχουμε άστεγους, όπως έχουν οι άλλες ευρωπαϊκές πόλεις.
·         Άσε, κερνάω εγώ σήμερα.
·         Αν κόψεις λεφτά από τον Έλληνα θα ξεσηκωθεί. Κανείς δεν θα το τολμήσει να του περικόψει μισθό και επιδόματα, γιατί θα γίνει χαμός. Είναι ατίθασος ο Έλληνας. Και υπερήφανος.
·         Έγραψα το παιδί στο ιδιωτικό σχολείο, στο φροντιστήριο, στα αγγλικά και το χορό.
·         Έχω πάντα φυλαγμένα στο σπίτι δυο-τρεις χιλιάδες ευρώ, για μια άμεση ανάγκη.
·         Καλές δουλειές! (Σε εγκαίνια μαγαζιού)
·         Πάω κάθε μέρα στη δουλειά με το αυτοκίνητο. (Δύο στα δύο!)
·         Τι να το κάνω το ποδήλατο;
·         Μα δεν βλέπεις ότι το γάλα έχει λήξει. Πέτα το μην πάθουμε τίποτα.
·         Τι δουλειά κάνει ο μπαμπάς σου; (Σε ανυποψίαστα παιδάκια)
·         Σου έχω αφήσει λεφτά για να πληρώσεις το ΤΕΒΕ.
·         Πετάξου ως το φαρμακείο για να πάρεις το φάρμακο που πρέπει.
·         Με καλύπτει η συλλογική σύμβαση εργασίας.
·         Θα λείψουμε για τριήμερο.
·         Ήμουνα σε συναυλία της Δήμητρας Γαλάνη.  Ήταν πολλοί επώνυμοι εκεί. Είδαμε και τον Μανώλη Καψή.
·         Χαθήκαμε τι έγινε;  Έχω πολύ δουλειά τις τελευταίες μέρες. Πνίγομαι.
·         Απολύθηκε, αλλά τουλάχιστον, μετά από τόσα χρόνια, πήρε καλή αποζημίωση.
·         Ο Κουβέλης είναι σοβαρός πολιτικός.
·         Τι να πουν και οι Ισπανοί με 20% ανεργία;
·         Βρήκε και δεύτερη δουλειά για συμπλήρωμα. (Για τον νιόπαντρο ανιψιό)
·         Σε δύο χρόνια βγαίνω στην σύνταξη. (Λόγια ενός αφελούς 62χρονου)
·         Ε δεν είμαστε όλοι αριστεροί, σαν και εσάς κύριε Ψαριανέ! (Φράση από τηλεοπτικό πάνελ)
·         Η πολλή δουλειά τρώει τον αφέντη. (Η ειρωνεία εδώ και για την πολλή δουλειά αλλά και για τον αφέντη)
Τέλος,
·         Οι Έλληνες δεν είναι ρατσιστές. Ούτε φασίστες.
Και…
·         Είστε τυχεροί παιδί μου, που δεν ζήσατε πείνα και κατοχή

Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο 11ο τεύχος του Unfollow


Πέμπτη 6 Δεκεμβρίου 2012

"Δόξα τα λεφτά, έχουμε Θεό..."




της Φωτεινής Τσαλίκογλου

Είναι μια εποχή που και τα λόγια έχουν κουράσει και κουραστεί. Οι αντοχές των λέξεων εξαντλούνται. Πληθωρισμός αναλύσεων, παροτρύνσεων και υποδείξεων. Μια χώρα σε μαθητεία, που βάλλεται από μέσα κι απ’ έξω από κάθε λογής κατηχητές, επόπτες, αναμορφωτές. Ένας μακιγιαρισμένος, παστωμένος με φτηνές πούδρες, φθαρμένα χρώματα και ξεθυμασμένα αρώματα, δημόσιος λόγος που δεν πείθει. Κι ένας ασθμαίνων ιδιωτικός λόγος, που πασχίζει κι αυτός να πείσει και να πεισθεί για την αλήθεια του. Η οδύνη για τον διπλανό σου, ύποπτη λαϊκισμού, υποκρισίας ή και ύπουλης αξιοποίησης. 
Μέσα στο χαμό είναι κάτι που αντέχει στην παραποίηση και στην όποια παραχάραξη: Η εικόνα εκεί -έξω- στο δρόμο. Η αιχμηρή αλήθεια του δρόμου. Σε πείσμα κάθε δικού μας κατασκευασμένου, θεωρητικού, παρα-θεωρητικού, πολιτικού, παρα-πολιτικού, δημόσιου ή και ιδιωτικού λόγου, η εικόνα στο δρόμο είναι βουβή και πολλαπλά ομιλούσα, εκκωφαντική μέσα στη σιωπή της, διαταρακτική μέσα στην καθημερινότητά της.
Συναντήθηκα με μια τέτοια εικόνα.
Σήμερα το πρωί στη Σόλωνος και Ζωοδόχου πηγής, λίγο πριν στρίψω στη Ζαλόγγου, στο πεζοδρόμιο, βλέπω έναν άνδρα. Ήταν ευπρεπώς ενδεδυμένος, με σακάκι και ρούχα καθαρά και φροντισμένα. Τον είδα με ανοιχτά τα χέρια, κατανυκτικά, να προσεύχεται μπροστά σε ένα κάδο σκουπιδιών. Στέκομαι ακίνητη, με μια ανοίκεια ευλάβεια και περιμένω. Κρατάει πέντε λεπτά η προσευχή. Φεύγει με μια ελαφριά υπόκλιση. Έφυγε. Πλησιάζω τον κάδο. Διαβάζω: «Δόξα τα λεφτά έχουμε Θεό».
Ως επίμονος και αντιαισθητικός Γιαπωνέζος τουρίστας, απαθανατίζω με το κινητό μου τον κάδο. Ντρέπομαι. Όμως το κάνω. Μοιράζομαι το εντελώς αληθινό συμβάν, δίχως κανένα άλλο σχόλιο, μαζί σας.
Με μια ευχή. Εκεί έξω, στους δρόμους, εκτυλίσσεται κάθε στιγμή ένα αφάνταστο έργο. Άλλους πονάει, άλλους τρελαίνει, άλλους σκοτώνει, άλλους πεισμώνει αυτό το έργο. Ας επινοήσουμε τρόπους να παλέψουμε δυο χθόνιους εχθρούς, που απειλούν με μόνιμη μέσα μας εγκατάσταση: τη βολική απάθεια και την εξίσου βολική αποδοχή της αλλότριας εξαθλίωσης ως κάτι το φυσικό και αναπόφευκτο.
Υ.Γ.: Φίλη, γνωρίζουσα την αραβική, βλέποντας τη φωτογραφία, μού επισήμανε ότι κάτω από τη λέξη «Θεό» υπάρχει η λέξη Αλλάχ!

Η Φωτεινή Τσαλίκογλου είναι συγγραφέας και καθηγήτρια ψυχολογίας στο Πάντειο.

Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο: protagon.gr

Δευτέρα 3 Δεκεμβρίου 2012

Ο Ορειβατικός Σύλλογος Πάτρας στο χωριό


Εκμεταλλευόμενοι την αργία της εορτής του πολιούχου της πόλης, Αγίου Ανδρέα, οι Πατρινοί αποφάσισαν να ανέβουν στο Ζαγόρι το περασμένο Σαββατοκύριακο. Αν και ο καιρός δεν τους επέτρεψε να ανέβουν στη Δρακόλιμνη, έκαναν δυο μικρές διαδρομές και αξιοποίησαν το Σαββατόβραδο στο "Ντιζάκι", χάρη στη διάθεσή τους και, κυρίως, χάρη στο Βασίλη Ζωγόπουλο, που αποδείχθηκε εξαιρετικός πιανίστας...