Τετάρτη 29 Μαΐου 2013

Για τον Αώο




Ένα εξαιρετικό βιντεάκι για τον Αώο, σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Ευθυμίου και κείμενο Βασίλη Νιτσιάκου:

http://www.youtube.com/watch?feature=player_detailpage&v=cGUutgQFEwY

Κι ένα κείμενο του Ελληνικού Ορειβατικού Συλλόγου Ιωαννίνων:

«Τα βουνά μας, τα ποτάμια μας, οι λίμνες μας δεν είναι για πούλημα, ούτε για παζάρεμα ούτε για κερδοσκοπία. Ο ποταμός Αώος δεν είναι μία γαλάζια γραμμή στον χάρτη. Είναι χρόνος πέρα από τις μνήμες των παππούδων μας. Είναι ιστορία, μύθοι, είναι χιλιάδες χρόνια και καιροί που ‘χουν λαξέψει το φαράγγι του. Εκεί κυλάει τα ορμητικά νερά του μέσα από την Βοβούσα, δίπλα απ’ το Δίστρατο, τα Άρματα, τους Πάδες, το Παλιοσέλι, την Λάιστα, το Βρυσοχώρι, το Ηλιοχώρι, το Ελεύθερο, την Κόνιτσα. Αώος είναι η ταυτότητα αυτών των χωριών. Κάτω απ’ την σκιά του Σμόλικα, της Τραπεζίτσας, της Τύμφης, τα νερά του ξεδιψάνε ζαρκάδια, αγριογούρουνα, αρκούδες, αγριοκάτσικα.
Αώος είναι πουλιά, δέντρα και λουλούδια απίστευτης ομορφιάς. Είναι αρμονία. Είναι οι τέσσερις εποχές στο ζωντάνεμά τους. Είναι πέτρινες γέφυρες που μας δένουν με την νοσταλγία. Είναι τραγούδια που τραγούδησαν όλα αυτά. Είναι αχός, είναι αντάρα Είναι σπορ, όπως ράφτινγκ, κάνυονινγκ, καγιάκ, πεζοπορία. Είναι Βάλια Κάλντα, Αρκουδόρεμα, Μονή Στομίου.
Αώος είναι το όνομα μιας μοναδικής φύσης, ενός απαράμιλλου, καθηλωτικού, σπάνιου, άγριου οικοσυστήματος, που οι εξημερωμένοι Ευρωπαίοι έρχονται να θαυμάσουν, γιατί είναι από τα λίγα που έχουν απομείνει. Εντούτοις, όλα αυτά οι δικτατορίσκοι τα γράφουν στα παλιά τους τα παπούτσια. Το μόνο που βλέπουν είναι κυβικά νερό, έργα και παραδάκι. Όμως κάπως πρέπει να το βαφτίσουνε, να το φτιατσιδώσουνε, για να ‘χουν κάτι να προτείνουν.
Η εκτροπή του Αώου είναι εκτροπή λογικής και άδειασμα ψυχής. Δεν περιμένουμε όμως από αυτούς καμία πονοψυχιά για την φύση. Τώρα τελευταία είναι μόδα να φορούνε τον μανδύα του τεχνοκράτη, να απαλλάσσονται από ενοχές και να αυτοχρίζονται φορείς της αλήθειας.»
.

Το γεφύρι της Βωβούσας
.

"Ήταν μια γιορτή για μια νίκη που έρχεται"





του Δημήτρη Ζερβουδάκη

(αποσπάσματα από συνέντευξη που δόθηκε με αφορμή τη συναυλία που πραγματοποιήθηκε στην Ιερισσό στις 25 Μαΐου, ενάντια στην εξόρυξη χρυσού στη Χαλκιδική)

Για μένα είναι η άλλη Ελλάδα. Η άλλη Ελλάδα, που ποθούμε όλοι μας. Όχι η Ελλάδα της φτήνιας, του σκυλάδικου, της αμορφωσιάς, ή της απόλυτης  ξεφτίλας, της συναλλαγής του χρήματος. Όχι, δεν τα κάνουμε όλα για τα λεφτά. Υπάρχουν κάποια πράγματα που δεν γίνονται για τα λεφτά, ή με τα λεφτά. Αυτό είναι αλήθεια.
Τώρα, το ότι η εταιρεία της εξόρυξης προσπαθεί με τα λεφτά να εξαγοράσει συνειδήσεις, για να πετύχει να διασπάσει τον κόσμο, μοιράζοντας αυτή τη στιγμή χοντρά φράγκα, είναι αλήθεια.
 

…Είναι ασύλληπτο το μέγεθος της καταστροφής, και ο τρόπος της καταστροφής, ήδη.  Στην περιοχή αυτή, στην οποία ετοιμάζονται να κάνουν την εξόρυξη, ήδη έχει αποψιλωθεί ένα μεγάλο κομμάτι από ένα βουνό με ζωή και βλάστηση χιλιάδων ετών, κάτι το οποίο είναι τρομακτικό. Είναι ασύλληπτο ήδη το μέγεθος και ο τρόπος της καταστροφής.
Ένα ολόκληρο βουνό θα κονιορτοποιηθεί σε μορφή ταλκ, λένε οι επιστήμονες, για να πάρουν το χρυσό. Και όλο αυτό θα ξεπλυθεί με κυάνιο. Για να μπορέσουν να ξεχωρίσουν  το χρυσάφι. (Παρεμπιπτόντως τον χαλκό  που υπάρχει στο βουνό, τους τον κάνουν δώρο, λέγεται, με βάση τη σύμβαση που υπογράφηκε)
Κάνουν εγκλήματα αυτή τη στιγμή εκεί πάνω! Μιλάμε για έναν τεράστιο κρατήρα στην κορυφή του βουνού, του οποίου το βάθος θα είναι 220 μέτρα και το πλάτος 700 μέτρα! Απογυμνώνουν το αρχαίο δάσος και ξεπατώνουν συνεχώς τα δέντρα, τα οποία θάβουν, για να μην πάρει χαμπάρι ο κόσμος, ότι κόβουν και άλλα συνεχώς! 
Εκτός όλων αυτών, θα πάρουν ό,τι νερό υπάρχει εκεί πάνω, το οποίο στη συνέχεια θα χρησιμοποιήσουν στην εξόρυξη και θα το επιστρέψουν πίσω μολυσμένο…
Το νερό αυτό θα καταλήξει σε όποιον υδροφόρο ορίζοντα απομείνει. Θα περάσει  στη θάλασσα μέσω των βροχών, των μικρών ποταμών και των χείμαρρων, μαζί με τα διάφορα μολυσμένα φερτά υλικά (κυανιούχος σκόνη). Οι άνεμοι επίσης θα μεταφέρουν την σκόνη  σε πραγματικά μεγάλες αποστάσεις… Δηλαδή, η ζημιά, είναι ανυπολόγιστη και ανήκουστη! Είναι τρελό αυτό που γίνεται! Κάνουν εγκλήματα αυτή τη στιγμή εκεί πάνω! Και πολλοί, το κάνουν… γαργάρα.



…Η οικολογική μας αναισθησία έχει να κάνει με την γενική αμορφωσιά σε σχέση με τον φυσικό μας πλούτο. Σε αυτήν στηρίζονται για να υλοποιήσουν τα «αναπτυξιακά» τους σχέδια. Γι’ αυτό μπορούν να αγοράζουν και τον κόσμο! 
Ανησυχώ πραγματικά  πολύ γι’ αυτή την ιστορία. Φοβάμαι για το μέλλον των παιδιών μας.  Πιστεύω βαθιά μέσα μου, πως, αν θα υπάρξει νίκη εδώ, θα αποτελέσει μία σοβαρή ποιοτική  αλλαγή για όλη την Ελλάδα, που στις μέρες μας ταλαιπωρείται και ξεπουλιέται! Ο αγώνας αυτός μάς δείχνει πως το ανέφικτο μπορεί  να είναι εφικτό! 
Ο περισσότερος κόσμος δεν πιστεύει ότι μπορεί να αλλάξει κάτι, για να έχει άλλοθι απραγίας.
Ο κόσμος έχει μάθει στην αφασία. Ο πολύς κόσμος  βλέπει σαν άλλοθι τη δυσκολία να αλλάξουν τα πράγματα, για να μένει άπραγος, για να δικαιολογήσει την ακινησία του. Και ουσιαστικά την παθολογία του. Γιατί η αδιαφορία και η ακινησία, είναι ψυχικές διαταραχές. Όπως είναι και η επιθετική βία. 
Η αδιαφορία, μην ξεχνάμε, επίσης, ότι δημιουργεί τις ιδανικές συνθήκες για να γεννηθεί η βία.  Αλλά πιστεύω ότι κινητοποιούνται δυνάμεις σιγά-σιγά, απελευθερώνονται. Είναι πάρα πολύ δύσκολο. Μακάρι να γινόταν με πιο γρήγορο ρυθμό και πιο πλατιά.
Κλείνοντας, επιτρέψτε μου να μοιραστώ μαζί σας κάποιες τελευταίες σκέψεις των ημερών που πέρασαν…
«Την ώρα που σκάει ο κεραυνός, θα τρομάξεις, όμως μην φοβηθείς!
Την στιγμή που θα ακουμπήσουν τα όνειρά σου σε μια κυπαρισσοκορφή,
θα μεθύσεις φίλε μου από το λίκνισμα, μα κρατήσου μην πέσεις!
Όταν η βροχή θα χτυπάει το πρόσωπό σου, εσύ να βλέπεις φως!
Όταν η σκόνη γεμίσει τα μάτια σου, μην ντρέπεσαι φίλε μου, ...κλάψε!
Όταν νιώθεις την καρδιά σου να αλλάζει ρυθμό, είσαι μπροστά σε μια μεγάλη αλήθεια!
Όταν το μένος των ορκισμένων σου εχθρών ξεχειλίσει, τότε αναδύεται η αξιοσύνη σου...
Όταν πνίγεσαι στην χαρά της ομορφιάς, είσαι Άνθρωπος...
Μόλις το αδηφάγο ΕΓΩ αφήσει χώρο στο ΕΜΕΙΣ... τότε γράφεις Ιστορία φίλε μου!
Από Δευτέρα θα λέμε... "ήμουν κι εγώ εκεί"...!»

πηγή: tvxs.gr


Γιορτή μανιταριού στο χωριό μας



Την 5η Ηπειρώτικη Γιορτή Μανιταριού πραγματοποιεί την Παρασκευή 31 Μαΐου και το Σάββατο 1 Ιουνίου στα Άνω Πεδινά, ο Σύλλογος Μανιταρόφιλων Ηπείρου, σε συνεργασία με το δήμο Ζαγορίου και τον Σύλλογο Πανωσουδενιωτών.
Η εκδήλωση έχει σαν στόχο την γνωριμία με τον κόσμο των μανιταριών, την ανάπτυξη της μανιταροφιλίας και την προβολή του μανιταρολογικού πλούτου της Ηπείρου. Η εκδήλωση περιλαμβάνει ομιλίες και σεμινάρια σχετικά με τα μανιτάρια και το περιβάλλον, εξόρμηση για αναγνώριση και συλλογή άγριων μανιταριών, δραστηριότητες για τους μικρούς φίλους και γλέντι με επιλεγμένα μουσικά συγκροτήματα.
Αναλυτικά το πρόγραμμα έχει ως εξής:
Παρασκευή 31/5/2013
10.00-19.00: Μανιταροεξόρμηση, πρωί ή απόγευμα ανάλογα με την προσέλευση των επισκεπτών και τις καιρικές συνθήκες.
20.00: Υποδοχή επισκεπτών, Μανιταροκουβέντα (Στον χώρο της γιορτής θα λειτουργήσει ψησταριά και διασκέδαση με ερασιτεχνικό λαϊκό σχήμα).
Σάββατο 1/6/2013
09.30: Συγκέντρωση στον προαύλιο χώρο της Λαμπριαδείου Σχολής, καθορισμός ομάδων μανιταροεξόρμησης και υπεύθυνων αρχηγών τους.
10.00: Αναχώρηση ομάδων για ανεύρεση και συλλογή μανιταριών της περιοχής.
13.30: Επιστροφή ,αναγνώριση & καταγραφή των συλλεχθέντων μανιταριών , έκθεσή τους στο Περίπτερο του Συλλόγου.
14.30-17.00: Ελεύθερος χρόνος για ξεκούραση.
17.00: Έναρξη παιδικού εργαστηρίου, με την συμμετοχή και του Φορέα Διαχείρισης Βόρειας Πίνδου.
17.45 Επίδειξη ερασιτεχνικής καλλιέργειας μανιταριών σε κορμούς δένδρων (Δημ. Τσακίρης).
18.00: Χαιρετισμός από τον Πρόεδρο του Συλλόγου Μανιταρόφιλων Ηπείρου. Χαιρετισμός από τον Δήμαρχο Ζαγορίου.
18.15 -21.15: Ομιλίες προσκεκλημένων ομιλητών
1ος Ομιλητής. Δ. Τσακίρης: Ερασιτεχνική καλλιέργεια μανιταριών στο σπίτι.
2ος Ομιλητής: Γ. Κωνσταντινίδης:
α. Μανιταρογνωσία – Μανιταροφιλία στην Ελλάδα.
β. Ενημέρωση για την τρούφα.
3ος Ομιλητής: Στ. Διαμάντης:
α. Καλλιέργεια μανιταριών σε βιομηχανική κλίμακα και σε μορφή οικογενειακής επιχείρησης.
β. Προοπτικές καλλιέργειας κρανιάς στην Ήπειρο.
21.30: Προσφορά μανιταρόσουπας δωρεάν.
Μουσική εκδήλωση με συγκροτήματα έντεχνης λαϊκής και δημοτικής μουσικής, διασκέδαση, χορός.

Σάββατο 18 Μαΐου 2013

"Η μέθοδος Γκρόνχολμ"



«Δεν ψάχνουμε ένα καλό άνθρωπο που να μοιάζει με τσόγλανος. Αυτό που θέλουμε είναι ένας τσόγλανος, που να μοιάζει με καλό άνθρωπο..»
Η θεατρική ομάδα «Εξαύδα» παρουσιάζει μια εξαιρετική παράσταση στο Καμπέρειο θέατρο από 16 έως 20 Μαΐου. Πρόκειται για το έργο του Καταλανού συγγραφές Τζόρντι Γκαλθεράν «Η μέθοδος Γκρόνχολμ», που πρωτοπαίχτηκε το 2003 και την ίδια χρονιά γυρίστηκε ταινία, με τίτλο «El Metodo».
Για το έργο αναφέρουν οι συντελεστές της παράστασης:
«Τέσσερις υποψήφιοι για μια θέση στελέχους σε μια πολυεθνική εταιρία και μια επιστημονικά δομημένη ψυχολογική μέθοδος επιλογής.
Με τι στόχο;
Την ανίχνευση των πιο μορφωμένων ή των πιο ικανών;
Όχι!
Ο στόχος είναι η ανίχνευση των πιο αποφασισμένων να υπηρετήσουν τους στόχους της εταιρίας, χωρίς κανέναν ενδοιασμό και καμιά ευαισθησία, ακόμα κι αν θα πρέπει να στραφούν ενάντια στον εαυτό τους!
Ο ωραιοποιημένος από τα Μ.Μ.Ε. και το εκπαιδευτικό σύστημα κόσμος των πολυεθνικών είναι ένας κόσμος σκληρής ιεραρχίας και πειθαρχίας, με έναν στόχο: το μέγιστο κέρδος, μέσα από τον πιο σκληρό και απάνθρωπο ανταγωνισμό. Σ’ αυτόν υποτάσσονται όλα: στον απόλυτο νόμο του μέγιστου κέρδους. Αυτός ο κόσμος, που ελέγχεται από μια «χούφτα» μεγαλομετόχους παράγει διαρκώς μια αρρωστημένη ηθική, την οποία πρέπει να κάνουν δικιά τους οι εργαζόμενοι, αν θέλουν να κρατήσουν τη δουλειά τους, που δεν είναι δικαίωμα, αλλά ευκαιρία, δώρο της εταιρίας…»


Παίζουν: Παναγιώτης Ντούρος, Παναγιώτης Κορδας, Δημήτρης Ράδης, Νέλλη Σαβράνη. 
Σκηνοθετεί ο Γιώργος Πρέντζας.


Πέμπτη 16 Μαΐου 2013

Έκθεση ζωγραφικής της Nancy Kroon

Nancy Kroon - schilderij Journey
Έκθεση ζωγραφικής της Ολλανδής ζωγράφου Nancy Kroon θα εγκαινιαστεί στην Αίθουσα Πολλαπλών Εκδηλώσεων (παλιά Λαμπριάδειος Σχολή) την ερχόμενη Κυριακή 19 Μαϊου.
Η Nancy Kroon είναι θαυμάστρια του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού και της ελληνικής φύσης. Τα περισσότερα έργα της αναπαριστούν ανθρώπινες μορρφές και εμπνέονται από την αρχαία ελληνική γλυπτική. Τα χρώματα είναι εμπνευσμένα από το ελληνικό τοπίο: τη θάλασσα, τον ουρανό, τα λιόδεντρα, τους βράχους, τα σπίτια της υπαίθρου.
Από το 2008 τα έργα της εκτίθενται σε διάφορες πόλεις της Ελάδας (Λευκάδα, Ρόδος, Τρίκαλα).


Η έκθεση, που φιλοξενείται στο χωριό μας έπειτα από πρωτοβουλία της Ρίτας και του Γιάννη Κυρλιγκίτση, θα διαρκέσει μέχρι τα τέλη Αυγούστου.


Σάββατο 11 Μαΐου 2013

Χωριά

Ο "ψωμάς" 12-4-2008


του Γιάννη Κιμπουρόπουλου

Κατά βάση είμαι παιδί της πόλης. Παιδί, βέβαια, δεν με λες πια, αλλά της πόλης είμαι σίγουρα. Αν και διαθέτω τόπο καταγωγής στην ύπαιθρο, ουδέποτε τον υιοθέτησα ως ιδιαίτερη πατρίδα, κι αυτός με τη σειρά του μάλλον δεν με αναγνώρισε ως γνήσιο τέκνο του. Η Αθήνα είναι η μόνη διαθέσιμη ιδιαίτερη πατρίδα μου, μ’ όλη τη γοητεία και την αποκρουστικότητά της. Παρ’ όλα αυτά, ζηλεύω όσους αναφέρονται με τρυφερότητα και νοσταλγία στις ιδιαίτερες πατρίδες τους κι έχουν να αφηγηθούν κάτι ιδιαίτερο για τους δεσμούς τους μ’ αυτές. Ίσως αυτή η ζήλεια είναι κι ο λόγος που εδώ και πολλά χρόνια έχω αποδεχθεί μάλλον αδιαμαρτύρητα έναν εξ αγχιστείας δεσμό με την ιδιαίτερη πατρίδα της συμβίας μου, κάπου στη Ρούμελη –δεν έχει σημασία πού ακριβώς. Δυο με τρεις φορές τον χρόνο βρισκόμαστε για λίγα εικοσιτετράωρα εκεί, οικογενειακώς. Η συνήθεια επαναλήφθηκε το Πάσχα, στις γνωστές συνθήκες πρώιμου γαϊδουροκαλόκαιρου, που μας έκαναν όλους κατά τι πιο ευτυχείς απ’ όσο μας επιτρέπει η τρόικα.
Όσοι τυχαίνει και επισκέπτονται τα χωριά τους και τις κωμοπόλεις -εξ αίματος ή εξ αγχιστείας ιδιαίτερες πατρίδες τους- εκτός εορταστικών περιόδων ή θέρους, έρχονται αντιμέτωποι με τη θλιβερή τους παρακμή. Ιδιαίτερα στην ηπειρωτική Ελλάδα, στις περιοχές που δεν διαθέτουν τα συμβατικά τουριστικά θέλγητρα και ζουν από τη γεωργία, την κτηνοτροφία ή ό,τι έχει απομείνει από αυτά, τρομάζει κανείς από τα κλειστά ή εγκαταλελειμμένα σπίτια, από την απουσία νέων και παιδιών, από την ανησυχητική συχνότητα που η καμπάνα της εκκλησίας αναγγέλλει πένθιμα την προϊούσα δημογραφική κρίση της περιφέρειας. Το φαινόμενο είναι παλιό, υπόθεση μισού και πλέον αιώνα, για να το παρατηρήσουμε μόλις τώρα. Η κρίση, ωστόσο, το υπογραμμίζει διπλά. Προφανώς, το χωριό μετατρέπεται και σε ένα είδος κοινωνικού κρυψώνα για ένα μέρος των ανέργων που εκτοπίζονται από τις πόλεις. Αλλά, αυτό δεν γίνεται παράγοντας αναζωογόνησής του. Αντιθέτως, μπορεί και να ενισχύει τη θλίψη που εκπέμπει.
Στις γιορτές, ωστόσο, η εικόνα αλλάζει ριζικά. Τα ΜΜΕ την παρατηρούν από απόσταση κι απ’ την ανάποδη. Καταγράφουν την έξοδο από τις πόλεις, αλλά σπάνια τη μαζική είσοδο που συντελείται στα χωριά. Απεικονίζουν τις άδειες πόλεις, αλλά σχεδόν ποτέ τα γεμάτα από κόσμο χωριά. Σιωπηλά και σκοτεινά σπίτια φωτίζονται, γεμίζουν φωνές, στενοί χωριάτικοι δρόμοι πήζουν από αυτοκίνητα (με κάμποση από την αλαζονεία της πόλης στις λαμαρίνες τους), οικογένειες ανασυντίθενται, τρεις (καμιά φορά και τέσσερις) γενιές ανιόντων και κατιόντων συγγενών στριμώχνονται γύρω από μεγάλα τραπέζια, έρχονται οι φοιτητές από τις πανεπιστημιουπόλεις, φτάνουν και τα παιδιά που εργάζονται στις πόλεις, να και οι απρόθυμοι σνομπ έφηβοι με τα αξεσουάρ της ψηφιακής αποχαύνωσης στα χέρια, παρέες ξανασμίγουν στις πλατείες, διηγήσεις νεανικών ανδραγαθιών, εκμυστηρεύσεις ερωτικών περιπετειών, οικτιρμοί της κοινής τροϊκανής μοίρας, απολογισμοί περικοπών στους μισθούς, εναγώνιες ερωτήσεις για καμιά δουλειά, ό,τι να ’ναι,  βρισίδι στους πολιτικούς, πίτες με φύλλο ανοιγμένο στο χέρι και χόρτα από τον κήπο, κρασιά και τσίπουρα ιδιωτικής παραγωγής, ο μόσχος και η κότα και η γίδα η σιτευτή, το αυγό με τη ζέστη της πουλάδας ακόμη στο τσόφλι, οι γεμάτες καφετέριες, τα τσιπουράδικα, οι περαντζάδες, τα κουτσομπολιά, οι ασπασμοί…
Αυτές οι ολιγοήμερες εκρήξεις ζωής στα χωριά και στις κωμοπόλεις δεν έχουν τίποτα το τουριστικό και αποκαλύπτουν μια ιδιομορφία της ελληνικής κοινωνίας. Παρά την αδιάλειπτη, μακρόχρονη και μαζική αστικοποίηση του πληθυσμού, που οδήγησε σε έναν ακραίο υδροκεφαλισμό, σε σημείο ώστε σχεδόν το ήμισυ των κατοίκων της χώρας να συνωθείται στα πολεοδομικά συγκροτήματα Αττικής και Θεσσαλονίκης, οι δεσμοί με τις ιδιαίτερες πατρίδες παραμένουν παράδοξα ενεργοί. Οι πληθυσμοί που τρεις με τέσσερις φορές τον χρόνο επιστρέφουν στα χωριά συμπεριφέρονται σαν να βρίσκονται στον φυσικό τους χώρο, λες και ποτέ δεν έφυγαν απ’ αυτόν. Κι αυτό συμβαίνει σε κάποιο βαθμό ακόμη και σε δεύτερης ή τρίτης γενιάς εσωτερικούς μετανάστες, που υιοθετούν με σχετική ευκολία τις ιδιαίτερες πατρίδες των γονιών ή των παππούδων τους. Κάποιο ρόλο παίζει και η ιδιοκτησία, τα περιουσιακά δικαιώματα ή οι μικρής κλίμακας παράλληλες οικονομικές δραστηριότητες που διατηρούνται στο χωριό από εργαζόμενους της πόλης, οι οποίοι θέλουν να είναι και λίγο αγρότες μερικές μέρες τον χρόνο -για τις ελιές ή το παλιάμπελο-, αλλά τον κύριο ρόλο τον παίζει ακόμη ο οικογενειακός δεσμός, οι γηραιοί γονείς που περιμένουν τα παιδιά από την πόλη, η τελευταία γενιά γηγενών που λειτουργεί ως ομφάλιος λώρος ανάμεσα στα χωριά και στον αστικό πληθυσμό.

Διαμορφώνεται έτσι το παράδοξο, ενώ ο τυπικός πληθυσμός των αγροτικών περιοχών να αντιστοιχεί σε λιγότερο από το 25% των κατοίκων της χώρας (συντηρούμενος κι αυτός σε έναν βαθμό από τους μετανάστες, που υποκατέστησαν την τελευταία εικοσαετία τους τυπικούς ιδιοκτήτες της γης στην καλλιέργειά της), ο ηθικός ή συναισθηματικός πληθυσμός των χωριών, αν επιτρέπεται ο όρος, να διατηρείται στα επίπεδα της δεκαετίας του 1950, δηλαδή σχεδόν στο 50% του συνολικού πληθυσμού. Γι’ αυτό και η δεύτερη ή τρίτη ερώτηση που ακούγεται στο πλαίσιο της κοινωνικότητας των κατοίκων των πόλεων είναι το «από πού είσαι». Ίσως αυτή η ερώτηση να υποκρύπτει και μια παρεπόμενη: «πού θα επιστρέψεις».
Αυτή η πραγματικότητα, εμπειρικά διαπιστωμένη, εμπεριέχει και κάποιες δυνατότητες. Η συγκέντρωση του πληθυσμού στις πόλεις, ιδιαίτερα σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, λειτουργεί αντικειμενικά ως πολλαπλασιαστής και μεγεθυντής της κρίσης. Οι οικονομικές δομές που συγκεντρώθηκαν στα αστικά κέντρα και γύρω από αυτά, για να αξιοποιήσουν το φθηνό, ανειδίκευτο δυναμικό που συσσωρευόταν επί δεκαετίες εκεί, εύκολα κατέρρευσαν υπό το βάρος της πρωτοφανούς ύφεσης. Η μεγαλούπολη επιταχύνει τρομακτικά και χαοτικά τις επιδράσεις της βίαιης αναδιάρθρωσης στην απασχόληση, στην κατανάλωση, στα εισοδήματα, στις περιουσίες, στις αποταμιεύσεις. Το χωριό επιβάλλει μια βραδύτητα στην ίδια διαδικασία, βραδύτητα που σχετίζεται ακόμη και με τον κύκλο των εποχών και της φύσης. Ακόμη και η βραδύτητα κυκλοφορίας του χρήματος, που οφείλεται στο ότι πολλές συναλλαγές γίνονται ακόμη χωρίς αυτό, με αντιπραγματισμό, αντισταθμίζει την έλλειψή του.
Αυτές οι παρατηρήσεις δεν είναι προϊόν κάποιας διάθεσής αναχωρητισμού και φυγής. Είναι απίθανο να κρυφτούμε από την  κρίση και τον μνημονιακό διωγμό, ακόμη κι αν καταφύγουμε όλοι στα χωριά ή πάρουμε τα βουνά. Στην καλύτερη περίπτωση, θα επιτύχουμε να εξαγάγουμε εκεί τα χειρότερα συμπτώματα της κρίσης. Ωστόσο, τίθεται το ερώτημα αν μπορούν να αξιοποιηθούν οι βαθιοί δεσμοί που διατηρεί ακόμη ο αστικός πληθυσμός με την περιφέρεια, με το χωριό. Αναρωτιέται κανείς τι θα συνέβαινε, αν όλος αυτός ο κόσμος που στις γιορτές πλημμυρίζει τα έρημα, γερασμένα χωριά επέλεγε να τα επανεποικίσει. Ένα πρώτο, ορατό αποτέλεσμα θα ήταν η αχρήστευση της διοικητικής μεταρρύθμισης, που επιλέγει τη συγκέντρωση και την αστικοποίηση έναντι της αποκέντρωσης. Ένα δεύτερο αποτέλεσμα θα ήταν μια αντιστροφή στην άνιση σχέση ανάμεσα στην προσφορά και στη ζήτηση εργασίας, ιδιαίτερα αν σ’ αυτή την εσωτερική μετανάστευση περιλαμβανόταν το μορφωμένο και εξειδικευμένο δυναμικό των πόλεων. Κι ένα τρίτο, ίσως το σημαντικότερο, θα ήταν ένας συλλογικός αναστοχασμός πάνω στο παραγωγικό μοντέλο που ταιριάζει σ’ αυτή τη χώρα, αυτό που χρεοκόπησε καταστρέφοντας και τα χωριά και τις πόλεις και τους βίαια και άναρχα διαμορφωμένους πληθυσμούς τους.
Μπορεί το γερμανικό σχέδιο για τον μετασχηματισμό του ευρωπαϊκού Νότου να προβλέπει ότι δεν νοείται οικονομία της Ε.Ε. χωρίς έναν στοιχειώδη βιομηχανικό τομέα, όπως συχνά διακηρύσσει η κ. Μέρκελ, κι αυτό να έχει βάση. Αλλά, πολύ περισσότερο, μπορεί να αντιτείνει κανείς, δεν νοείται οικονομία χωρίς πυρήνα παραγωγής τροφής. Και σ’ αυτό τα χωριά, ιδιαίτερα τα μεσογειακά χωριά, κι ακόμη πιο ιδιαίτερα τα ελληνικά χωριά, με τους ζωντανούς ακόμη συναισθηματικούς δεσμούς των προσωρινών, εορταστικά παλιννοστούντων πληθυσμών τους, έχουν ένα αναντικατάστατο συγκριτικό πλεονέκτημα. Δεν λέω πως όλοι θα γίνουμε νεοφώτιστοι βουκόλοι και αδέξιοι καλλιεργητές. Αλλά η εναλλακτική της μετατροπής του πληθυσμού σε φθηνό πληβειακό δυναμικό για πιθανούς αλά καρτ επενδυτές ή σε εξειδικευμένους μετανάστες είναι προοπτική παραγωγικής και κοινωνικής παρακμής. Μερικές φορές, πρόοδος μπορεί να σημαίνει να επιστρέφεις. Να κάνεις βήματα πίσω.

ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ

Ήρθε μια βλάχα απ’ το βουνό στην ξελογιάστρα Αθήνα,
άφησε αρνιά και έλατα, για να περάσει φίνα.
Μα όταν έφτασε η δόλια στην πόλη,
την κοροϊδεύανε στον δρόμο όλοι
γιατί φορούσε μακρύ φουστάνι.
Γι’ αυτό την βλάχα το πείσμα την πιάνει.
Κοντή φουστίτσα φόρεσε, έκοψε τα μαλλιά της
και έδειξε τα κάλλη της κι όλη την ομορφιά της.
Τώρα μοντέρνα η βλάχα γυρνάει,
μα ούτε ένας άνθρωπος δεν την κοιτάει.
Και έγινε η βλάχα μας χωρίς φουστάνι
χαμένο πρόβατο σε ξένη στάνη.
Κανείς δεν της μιλούσε πια, ξέχασε το όνομά της,
κι άρχισε να σκέφτεται τα γιδοπρόβατά της.
Και στο χωριό της η βλάχα γυρνάει
και μαύρη πέτρα πίσω πετάει.
Εκεί τη βγάζει ζωή και κότα!
Στερνή μου γνώση να σε είχα πρώτα…
Νίκου Στρογγυλάκου, Βασίλη Χρυσανθακόπουλου, «Μια βλάχα στην Αθήνα» (καλαματιανός)

από τον «Επενδυτή»

Πέμπτη 9 Μαΐου 2013

«Μόνον όταν μοιράζεσαι...»

Φωτογραφία: Κωνσταντίνος Τσακαλίδης / FosPhotos


«Να είσαι πληθυντικός, όπως το σύμπαν»
Φερνάντο Πεσόα

Αν παρακολουθήσει κανείς τα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων στα κανάλια εθνικής εμβέλειας, θα νομίζει ότι ζούμε σε μια χώρα βίας. Πολλά από τα θέματα που μεταδίδονται επικεντρώνονται στο αστυνομικό δελτίο, το οποίο εκ των πραγμάτων περιλαμβάνει δυσάρεστα γεγονότα: από κλοπές και ληστείες μέχρι δολοφονίες. Όχι ότι πρέπει τα ΜΜΕ και οι πολίτες να κλείνουν τα μάτια στην οδυνηρή αυτή πραγματικότητα. Όχι ότι πρέπει να την αγνοούμε.
Αλλά δεν είναι μόνον έτσι ο κόσμος. Η κοινωνία δεν έχει μόνο αυτή την όψη. Η Ελλάδα της κρίσης δεν περιέχει μόνον «κανιβαλισμό» και βία. Δεν είναι μια χώρα φόβου, όπως θέλουν, ίσως, κάποιοι να την παρουσιάζουν. Αυτά συνέβαιναν και παλαιότερα και, δυστυχώς, συμβαίνουν και σήμερα. Άλλωστε, επακόλουθα της κρίσης είναι η ανεργία και η φτώχεια, που αποτελούν παράγοντες αύξησης της εγκληματικότητας. Αλλά δεν μπορεί να χαρακτηρίζουν την κοινωνία μας. Απλώς, στην κοινωνία του θεάματος, έτσι όπως εκφράζεται μέσα από τα τηλεοπτικά δελτία, τα θέματα αυτά έχουν κυρίαρχη θέση.
Υπάρχει, ωστόσο, και μια άλλη Ελλάδα, πιο δυνατή, που ίσως να μην τη γνωρίζουν όσοι έχουν σαν μοναδικό παράθυρο στον κόσμο την τηλεοπτική οθόνη.
Είναι η Ελλάδα της αλληλεγγύης, που εξαπλώνεται με γρήγορους ρυθμούς απ’ άκρη σ’ άκρη της χώρας μας και αποτελεί, κατά κάποιον τρόπο, απάντηση στα αδιέξοδα της σημερινής εποχής.
Είναι τα συσσίτια, τα κοινωνικά ιατρεία, τα κοινωνικά παντοπωλεία, τα ανταλλακτικά παζάρια, που συγκροτούν μιαν άλλη κοινωνία, η οποία μυείται στο «εμείς» και όχι στο «εγώ». Οι συνελεύσεις γειτονιών, που προτάσσουν την αυτοδιαχείριση και αλληλεγγύη. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι που κάνουν τον κόσμο πιο όμορφο με τις παρεμβάσεις και τις δράσεις τους. Είναι μια Ελλάδα, την οποία πολλοί βιώνουν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Είτε ως πάροχοι είτε ως δέκτες βοήθειας.
Είναι όμως και κάτι ακόμη, που διατηρείται δεκαετίες τώρα. Η συνοχή των ανθρώπων σε μικρές κοινωνίες. Όταν, για παράδειγμα, σε χωριά της Ελλάδας οι άνθρωποι, που ασχολούνται με τη γεωργία και κατοικούν στην ίδια γειτονιά, δίνουν ο ένας στον άλλον προϊόντα που παράγουν, στο πλαίσιο μιας κοινοτικής αντίληψης που υπήρχε και σε πολύ πιο δύσκολες εποχές.
Τώρα, το ζητούμενο μπορεί να είναι η επιστροφή της ευημερίας, χωρίς, ωστόσο, τα λάθη του παρελθόντος και τις ψεύτικες υποσχέσεις. Χωρίς πελατειακές σχέσεις και εξαρτήσεις, που δεν αρμόζουν σε ελεύθερους ανθρώπους. Χωρίς αδικίες αλλά και λαϊκισμό, από τον οποίο «χορταίνουμε» και σήμερα.
Το δρόμο δείχνουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι που προσφέρουν στους άλλους, ανιδιοτελώς αλλά και με αγάπη. Γιατί, όπως έλεγε και ο αείμνηστος γιατρός Κωστής Νικηφοράκης: Ο κόσμος υπάρχει μόνον όταν μοιράζεσαι.

enet.gr 


Τρίτη 7 Μαΐου 2013

Ο Αη-Γιώργης



Η θέση στην οποία είναι χτισμένος ο Άγιος Γεώργιος κρύβει σημαντικά στοιχεία για την ιστορία του χωριού μας. Όπως αναφέρει ο Ιωάννης Λαμπρίδης, στη θέση αυτή βρισκόταν αρχικά το Μοναστήρι της Ευαγγελίστριας, το οποίο, σε άγνωστη χρονολογία, το πιθανότερο πριν το 1650, μεταφέρθηκε στη θέση που βρίσκεται σήμερα. Το μοναδικό κτίσμα που απέμεινε από το παλιό μοναστήρι πιθανότατα να είναι η στέρνα που βρίσκεται κοντά στο ναό του Αγίου Γεωργίου,  οποία είναι από τις μεγαλύτερες του χωριού.


Ο χώρος αυτός ήταν και ο αρχικός πυρήνας του χωριού μας. Ο Στάθης  Λαμπρίδης επισημαίνει τη στενή σχέση του χωριού με το μοναστήρι, σημειώνοντας ότι δεν μπορούμε να συμπεράνουμε ποιο από τα δύο (το χωριό ή το μοναστήρι) δημιουργήθηκε πρώτο. Ωστόσο, επειδή τα μοναστήρια δημιουργούνται κατά κανόνα σε μη κατοικημένες τοποθεσίες, μπορούμε να υποθέσουμε ότι το χωριό συγκροτήθηκε γύρω από την Ευαγγελίστρια, από τις οικογένειες των ανθρώπων που εργάζονταν στα κτήματα και τα κοπάδια της Μονής. 

Τμήμα τοίχου του παλιού μοναστηριού

Η μετακίνηση του Μοναστηριού της Ευαγγελίστριας ενδέχεται να σχετίζεται και με την δημογραφική και γεωγραφική ανάπτυξη της κοινότητας στον χώρο που αναφερόμαστε. Μέχρι το 1600 περίπου, δεν είχε αναπτυχθεί ο Κάτω Μαχαλάς και επομένως ο χώρος στον οποίο μετακινήθηκε το Μοναστήρι δεν ήταν κατοικημένος εκείνη την εποχή.
Ο ναός του Αγίου Γεωργίου χτίστηκε το 1869 από την Αναστάσαινα Δόνου. Ο άντρας της, Τάσιος Ντίνος ή Ντόνος, από τον οποίο κατάγεται η οικογένεια των Δοναίων, ήταν ταξιδεμένος στην Τζουμαγιά (σημ. Μπλαγκόεβγκραντ) της Βουλγαρίας, μαζί με τους γιους του Γεώργιο και Ελευθέριο. Η οικογένεια κατοικούσε στο σπίτι που βρίσκεται στον Πάνω Μαχαλά και στο οποίο μέχρι πριν από είκοσι χρόνια έμενε η δισέγγονη του Τάσιου, η Πάνθια.
.

Πέμπτη 2 Μαΐου 2013

Γη των ανθρώπων...

Χρήστου Κεχαγιόγλου, "Δεκέμβριος"


Γῆ τῶν ἀνθρώπων, ἀπρόσιτη στὸ λυρισμὸ τοῦ ταξιδιώτη. Τοπία ἐπιθυμιῶν καὶ καταπίνουν κολάσεις ἀσυντρόφευτης συμπόρευσης, δυαδικῆς μοναξιᾶς. Ἀσύμπτωτες εὐαισθησίες, ἀσυντόνιστοι πόθοι, ἀνυποχώρητες προτιμήσεις. Ἴσως ντυμένα ὅλα τὴν ψευδαίσθηση τῆς ἡρωικῆς ἀνοχῆς, τῆς ἐνάρετης ὑπομονῆς, τῆς ταπεινῆς καρτερίας. Ἢ ὅλα γυμνὰ καὶ ξεσχισμένα στὴν ἔκρηξη τῆς παραφορᾶς. Ποιός νὰ συλλάβει σωστὰ τὰ φωτισμένα παράθυρα μέσα στὴ νύχτα; Σπιθοβόλημα εὐτυχίας ἢ ἔκρηξη ἀμάχης; Περισσεύει σὲ ξαγρύπνια ἡ ἀμάχη. Δὲν λογαριάζει τὸ τσακισμένο ἀπὸ τὴν κούραση κορμί, τὴν προχωρημένη νύχτα, ἀρκεῖ νὰ ξεσχίζονται οἱ ψυχές, νὰ ξεματώνουν. Τὸ δίκιο μου καὶ τὸ δίκιο σου ἀσύμπτωτα, ἡ ἐγωπάθεια σωστὴ παράνοια. Κάθε λόγος μὲ τὴ δική του λογική, ἀνίκανος νὰ γίνει διάλογος. Λογικὴ παιδικῶν τραυμάτων, προδομένης ἐφηβείας, ἀποτυχημένης σχέσης μὲ τὴ μάνα ἢ τὸν πατέρα. Ἄγνωστο ποιόν πολεμᾶμε στὸ πρόσωπο τοῦ Ἂλλου, πάντως ὄχι τὸν ἴδιο. Μὰ πρέπει κάποιος, ἔξω ἀπὸ μᾶς, νὰ σαρκώνει τὸν ἀπόκληρο ἑαυτό μας, τὸν ὑπεύθυνο γιὰ τὶς ἀποτυχίες μας, τοὺς ἀνικανοποίητους πόθους μας. Ἕνωση σὲ σάρκα μία θὰ πεῖ ὅτι ὁ ἄλλος εἶναι σάρκα μας, δίχως νὰ παύει νὰ εἶναι ἄλλος. Σάρκα τῶν ἀπωθημένων μας στερήσεων, τῆς δίψας γιὰ ἀναγνώριση, αὐτονομία, ἐξασφάλιση. Γι᾽ αὐτὸ καὶ θέλουμε νὰ ξεσκίσουμε αὐτὴ τὴ δική μας «ἄλλη» σάρκα μὲ θηριώδη μανία.
Γῆ τῶν ἀνθρώπων, πᾶσα γῆ τάφος. Τἁφος ὀνείρων, προσδοκιῶν, ἐλπίδων. Μάνα γῆ, μητέρα φύση, φύση θηριώδης στὸν πανικὸ τῆς ἐπιβίωσης, στὴν ἀντίστασή της νὰ μὴν πεθάνει. Ἐπενδύει στὰ ὄνειρα τὶς σπονδυλώσεις τοῦ ἐγώ, ποὺ σφαδάζει, ἀνίκανο νὰ ἀποτρέψει τὸν θάνατο. Στὶς ἡμερήσιες προσόψεις τοῦ βίου ντύνεται καὶ ἡ φύση μας τὴν εὐπρέπεια, νὰ κερδίσει ἀναγνώριση, δεκανίκια ἐπιβίωσης. Στὰ ἄδυτα τῆς συμβίωσης τὰ προκαλύμματα σαρώνονται, ἡ ἐγωπάθεια γυμνώνει προκλητικὴ τὴν παράνοια.
Γῆ τῶν ἀνθρώπων, πανοραμικὴ τῆς ὀδύνης. Πάντα φευγαλέες εἰκόνες, ριπὲς στὸ ταξίδι. Νὰ γλυστράει τὸ τρένο ἀδιάκριτα δίπλα σὲ μαυρισμένα μπαλκόνια, ρυπαρὰ ὀπίσθια πολυκατοικιῶν σὲ ἄθλιες παρυφὲς λαμπρῶν μεγαλουπόλεων. Φτωχικὲς μπουγάδες, ἁπλωμένες σὲ μιὰ ὕστατη ἔκκληση πάστρας. Φεγγίτες ποὺ ζέχνουν ταγκίλα, σιλουέτες φθαρμένων γυναικῶν πίσω ἀπὸ φτηνὰ κουρτινάκια. Τὸ φόντο ὑποβάλλει ξέχειλες πλαδαρὲς σάρκες, στρεβλὰ μέλη, κακοβαμμένα μαλλιά. Μὲ τὴν κουτάλα στὸ χέρι ἢ τὸ ξεσκονόπανο, τὸ τρανζίστορ νὰ οὐρλιάζει λαϊκὸ καημό, αὐτὲς περιμένουν τὸ βράδυ. Ὅλη μέρα, κάθε μέρα, περιμένουν τὸ βράδυ. Νὰ γυρίσουν οὶ ἄντρες ἀπὸ τὴ δουλειὰ ἢ τὸν τζόγο, νὰ σερβίρουν τὸ φαγητό, νὰ σπαράξουν τὴν ἀνία τῆς μέρας στὸν φτηνὸ καβγά. Νὰ σβήσει κι ὁ καβγὰς ἀνεπαίσθητα μπροστὰ στὴν τηλεόραση, νὰ ξαπλώσουν μετὰ στὸ κρεβάτι γιὰ λίγη ἡδονὴ τοῦ μαραμένου κορμιοῦ, συμπλήρωμα τῆς βρώσης καὶ τῆς πόσης. Ὅλα ἀποδεκτά, κι ὁ σπαραγμὸς κι ἡ ἡδονὴ μέσα στὴν ἴδια πίκρα τῆς ἀνέλπιδης βιοτῆς.
Γῆ τῶν ἀνθρώπων, τὸ πολύμορφο δράμα. Ἡ διαδρομὴ ἀμφιπρόσωπη, πλοῦτος καὶ στέρηση, οἱ παρόχθιες ὄψεις τῆς ἴδιας καὶ μόνης ροῆς τοῦ θανάτου. Ἀντίπερα τῶν παρυφῶν, διασκοπούμενη θέα ἄπταιστων συνοικιῶν, κατοικίες θαμβωτικές, λαμπρὲς ἐπαύλεις. Τὸ φόντο ὑποβάλλει τώρα φίνο ζευγάρι, μὲ τρόπους ἄψογης λεπτότητας, νὰ εἰκονογραφεῖται στὸ τραπέζι τοῦ δείπνου. Κρύσταλλα, πορσελάνες καὶ ἀσημικὰ στὴν ἀνταύγεια τοῦ ἀμοιβαίου εὐγενικοῦ, χαμόγελου, κρασὶ διαλεγμένο ἀπὸ τὴν πλούσια κάβα νὰ συνοδεύει τὴν τρυφερότητα τῶν λόγων. Ἔχουν κι οἱ δυὸ «καλλιέργεια», πλοῦτο καθημερινῶν ἐναλλαγῶν στὴν πληθώρα τῶν ἐντυπώσεων. Ἀλλὰ τὸ βλέμμα ἀνέλεγκτη δίοδος τοῦ κενοῦ, μαρμαρυγὴ παγωμένης ἀκροβασίας. Δεύτερος αὐτὸς ἢ τρίτος γάμος, ὅπου ἐκβάλλουν κόσμια εἰρηνικὰ διαζύγια, διακανονισμοὶ περιουσιῶν δίχως τριβές. Ἡ ἄψογη ἐπίφαση ἐξωραΐζει τὰ αἰνίγματα κλειδωμένων αἰσθημάτων καὶ προθέσεων. Πάντως αὐτονόητη ἡ σκιὰ τῆς ἀπιστίας στὴ σχέση, ζωτικὴ καὶ πρέπουσα συνθήκη ἰσορροπίας. Σχοινοβατοῦν στὴν ἐπίφαση κι ἡ ἀνασφάλεια ροκανίζει βαθειὰ τὶς ψυχές. Μάσκες κατὰ περίπτωση, στὶς ἐξόδους, στὸ κρεβάτι, στὶς φιλικὲς συντροφιές. Τὰ νύχια κρυμμένα μέσα σὲ γάντια, τὰ κοφτερὰ δόντια πίσω ἀπὸ χαμόγελα.
Ὁ σοφὸς καὶ μακάριος Βούδας, ἡ μυστικὴ πληρότητα τῆς «καθολικῆς ἐναρμόνισης», τὸ Ταὸ καὶ τὸ Ζέν, ἡ λογικὴ συμπληρωματικότητα τῶν άντιθέσεων, ὁ Κρίσνα κι οἱ Οὐπανισάδες: θαυμάσια ἀντίδοτα στὴν ἀγωνία τοῦ θανάτου, ὅταν ὁ θάνατος εἶναι μόνο ἀναμονή. Στὸν καθημερινὸ θάνατο τῆς κόλασης ποὺ εἶναι ὁ Ἂλλος, στὸν σπαραγμὸ τῆς ἀσυντρόφευτης συμπόρευσης, κάθε μυστικιστικὴ μακαριότητα γίνεται προσωπεῖο ὑπεκφυγῆς. Καὶ πίσω ἀπὸ τὸ προσωπεῖο καγχάζει ἀ-νόητο τὸ κενό: θριαμβευτὴς ὁ θάνατος.
Κρεμασμένος στὸ σταυρό, νεκρὸς ὁ Λόγος τῆς ζωῆς, προκαλεῖ τὴν ἀποκάλυψη. Ζωὴ ἐκκύπτουσα στὴν ἑκούσια ἀποδοχὴ τοῦ θανάτου. Καὶ τὸ ἀποκαλυπτικὸ τῆς ἀποκάλυψης νὰ κρύβεται σὲ αὐτὸ τὸ «ἑκούσια». Σταυρὸς καὶ θάνατος ἡ κάθε συμβίωση, ἡ ἴδια ἡ συμφυία προσώπου καὶ φύσης, ἐλευθερίας καὶ ἀναγκαιότητας. Μόνη ρωγμὴ στὸν παγερὸ τοῖχο τοῦ δεδομένου ἡ ἐρωτικὴ ἐμπιστοσύνη στὸν Πατέρα. Ἂν ἐπιμείνεις στὴ θέα μέσα ἀπὸ αὐτὴ τὴ ρωγμή, ὀρθρίζει στὴν ἐπιμονὴ ἡ ἀποκάλυψη: Ὁ σταυρός, γάμος τοῦ Χριστοῦ μὲ τὴ φύση μας -τὴν φύση, ὁδηγημένη ἀπὸ τὴν ἐλευθερία τοῦ ἔρωτα στὴν παστάδα τῆς ἔσχατης αὐτοπαραίτησης. Κι ὁ θάνατος περίπτυξη τοῦ Μόνου Ποθητοῦ.

(Από το βιβλίο του Χρήστου Γιανναρά: Σχόλιο στο Άσμα Ασμάτων)

Χρήστου Κεχαγιόγλου, "Η Κιβωτός του Νου"