Τρίτη 30 Απριλίου 2013

Μεγάλη Τρίτη





Στὸ εὐαγγέλιο τῆς Ἐκκλησίας ὁ ἐρωτικὸς ἄνθρωπος σαρκώνει τὸν τρόπο τῆς ζωῆς καὶ ὁ θρησκευτικὸς ἄνθρωπος τὸν τρόπο τοῦ θανάτου. Ἀποκαλυπτικὴ εἰκόνα τῆς διαστολῆς: ἡ ἀντιπαράθεση τῆς πόρνης, ποὺ πλένει μὲ μύρα τὰ πόδια τοῦ Χριστοῦ, καὶ τοῦ θρησκευτικοῦ περίγυρου, ποὺ διαμαρτύρεται γιὰ τὴν ἀπώλεια τοῦ μύρου (Ματθ. 26,6-14- Μάρκ. 14,3-9-Λουκ. 7,36-50). Ἔρως καὶ θάνατος σὲ ὑποδειγματικὴ ἀναμέτρηση.

Ἡ μετάνοια τῆς πόρνης, πράξη ἀπροσχημάτιστα ἐρωτική: Ἀγοράζει τὸ πολυτιμότερο μύρο, δίχως φειδὼ καὶ μέτρο. Χύνει σπάταλα τὸ μύρο καὶ κρουνοὺς δακρύων, γιὰ νὰ πλύνει τὰ πόδια τοῦ Χριστοῦ. Λύνει ποτάμι τὰ μαλλιά της γιὰ νὰ τὰ σφουγγίσει. Τέτοια παραφορὰ ἀπροκάλυπτου ἔρωτα, κι ὁ θρησκευτικὸς περίγυρος τυφλός, ἄσχετος: μετράει τὴν πράξη μὲ τὸ μέτρο τῆς ἠθικῆς ἀποτελεσματικότητας. Εἰς τί ἡ ἀπώλεια αὕτη τοῦ μύρου γέγονεν; ἠδύνατο γὰρ τοῦτο τὸ μῦρον πραθῆναι ἐπάνω τριακοσίων δηναρίων καὶ δοθῆναι τοῖς πτωχοῖς. Ἡ πόρνη ἀγαπάει σπάταλα καὶ ἀπερίσκεπτα, δίχως νόμο καὶ λογική. Ὁ θρησκευτικὸς περίγυρος μετράει τὴ λογικὴ σκοπιμότητα τῆς πράξης καὶ τὸ ποσοστὸ τῆς ἠθικῆς ὠφελιμότητας.

Τὸν θρησκευτικὸ περίγυρο -τὸν ἄνθρωπο τοῦ νόμου- δὲν τὸν ἐνδιαφέρουν οἱ φτωχοί. Τὸν ἐνδιαφέρει ἡ πράξη τῆς ἐλεημοσύνης, μετρητὴς σὰν ἀτομικὴ ἀξιομισθία, εἴσπραξη κέρδους ἀπὸ τὸν Θεῖο Ἀνταποδότη. Ἴσως μόνο σὰν ἀνταποδότη νὰ χρειάζεται τὸν Θεό: μόνο γιᾲ τὴν ἀτομική του δικαίωση. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἡ παραφορὰ τῆς ἀγάπης τοῦ εἶναι ἀδιανόητη, ἔτσι ποὺ ξεφεύγει ἀπὸ τὴ λογικὴ τῆς συναλλαγῆς.

Ἡ πόρνη δὲν ζητάει τίποτα. Δὲν προσφέρει μετάνοια γιὰ νὰ εἰσπράξει δικαίωση. Δὲν ἀποβλέπει στὴ συναλλαγή. Οὔτε σπεύδει σὲ ὑποσχέσεις συμμόρφωσης μὲ τὸν νόμο. Μόνο προσφέρει. Αὐτὸ ποὺ ἔχει καὶ αὐτὸ ποὺ εἶναι. Ὃ ἔσχεν αὕτη ἐποίησε (Μάρκ. 14,8). Τολμηρά, δίχως φόβο μήπως ἐκτεθεῖ ἢ μήπως ἐκθέσει. Μὲ τὴν παραφορὰ τῆς ὁλοκληρωτικῆς αὐταπάρνησης. Ὅτι ἠγάπησε πολὺ (Λουκ. 7,47).

Ἡ σιωπὴ τῆς εὐαγγελικῆς πόρνης εἶναι ἡ κατάλυση τοῦ νόμου, ἡ ἀχρήστευση τῆς λογικῆς. Εἶναι ἡ σιωπὴ τοῦ ἔρωτα, ποὺ μιλάει μόνο μὲ αὐτὸ ποὺ δίνει, δίχως νὰ νοιάζεται γιὰ τὸν ἀπόηχο τῆς ἀντιπαροχῆς. Ἡ ψυχή μας, ὅπως καὶ κάθε πόρνη, δὲν μπορεῖ νὰ ἐρωτευθεῖ ὅσο εἶναι σαγηνεμένη ἀπὸ ἐφήμερες ἀποσπασματικὲς ἱκανοποιήσεις: τὴ φλυαρία τῆς λογικῆς, τὴ σιγουριὰ τῆς ἀμοιβῆς ποὺ παρέχει ὁ νόμος. Ὁ ἔρωτας γεννιέται, ὅταν «ἐξαίφνης» γίνει φανερὴ στὸν ἄνθρωπο ἡ ματαιότητα τῆς πορνικῆς συναλλαγῆς. Ματαιότητα τῶν ἀξιομισθιῶν, τῶν ἀρετῶν μας, τοῦ καλοῦ μας ὀνόματος, θησαυρισμάτων ποὺ ἀποδείχνονται ἀνίκανα νὰ ἀναιρέσουν τὸν θάνατο. Ὁ ἔρωτας γεννιέται, ὅταν «ἐξαίφνης» ἀναλάμψει μοναδικὴ ἐλπίδα ζωῆς ὁ ἀνιστῶν τοὺς νεκρούς. Πρέπει νὰ διαβεῖς τὸν θάνατο, γιὰ νὰ φτάσεις στὸν ἔρωτα.

Γιὰ τὸν θρησκευτικὸ περίγυρο -τὸν ἄνθρωπο τοῦ νόμου- ἡ λέξη ἔρωτας ἔχει μόνο τὸ νόημα τῆς παράβασης, τῆς ἀθέτησης ἐντολῶν. Κατάφαση στὸν ἔρωτα σημαίνει κατάφαση στὴν παρεκτροπή, στὴν παρανομία. Ὅλα μετρημένα μόνο μὲ τὴ λογικὴ τοῦ νόμου. Πότε ἐπιτρέπεται ὁ ἔρωτας, καὶ τί ἀκριβῶς ἐπιτρέπεται -ποιές οἱ ἀπαγορεύσεις πρὶν ἀπὸ τὸν γάμο καὶ μέσα στὸν γάμο καὶ ἔξω ἀπὸ τὸν γάμο. Ἄγχος καὶ βασανισμὸς τῶν θρησκευτικῶν ἀνθρώπων σὲ ὅλα τὰ γεωγραφικὰ μήκη καὶ πλάτη. Λογικὴ τοῦ ἐγώ, ἀσύμπτωτη μὲ τὴν ἀλήθεια τοῦ ἔρωτα: Ὅταν ὅλα ἐπιτρέπονται, δὲν θυσιάζεις τίποτα, δὲν διακινδυνεύεις τίποτα, ἄρα ἀποκλείεται νὰ ἐρωτευθεῖς. Ἂν μείνεις πιστὸς στὴν ἀπαγόρευση, πάλι τὸ ἐγὼ δὲν ραγίζει, ἡ θωράκισή του δὲν συντρίβεται, ἄρα εἶσαι καὶ πάλι ἀποκλεισμένος ἀπὸ τὸν ἔρωτα.

Πτώσεις καὶ συντριμμοί, ταπεινώσεις καὶ ἀθλιότητα, ἄμετροι ἀπελπισμοί. Γιὰ νὰ φτάσει ὁ ἄνθρωπος στὸν φωτισμὸ τῆς διάκρισης τοῦ πραγματικοῦ ἀπὸ τὸ φαντασιῶδες. Νὰ κερδίσει τὴν ἀθωότητα τῶν ὡρίμων, ποὺ ἐπιτρέπει τὴ θέαση τῶν μή-ὁρωμένων.

(Από το βιβλίο του Χρήστου Γιανναρά: Σχόλιο στο Άσμα Ασμάτων)


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου