Κυριακή 18 Μαρτίου 2012

Η ελευθερία της αγάπης




«Όποιος θέλει να με ακολουθήσει, ας απαρνηθεί τον εαυτό του κι ας σηκώσει τον σταυρό του να με ακολουθήσει.» (κατά Μάρκον, η΄ 34)

Τρίτη Κυριακή των Νηστειών σήμερα και γιορτάζει ο Σταυρός της αγάπης. Για την ελευθερία της αγάπης παραθέτουμε ένα κείμενο του Φιοντόρ Ντοστογέφσκυ από τους «Αδελφούς Καραμαζώφ». Υποτίθεται ότι γύρω στα 1500, περίοδο της Ιεράς Εξέτασης, ο Χριστός βρίσκεται στη Σεβίλλη της Ισπανίας και συλλαμβάνεται από τον Μέγα Ιεροεξεταστή, που τον γνώρισε και θέλησε να απαλλαγεί το γρηγορότερο από αυτή την ενοχλητική παρουσία. Παραθέτουμε κάποια τμήματα από τον μονόλογο του Ιεροεξεταστή:

«Εσύ είσαι; Εσύ; Μην απαντάς, σώπαινε. Γνωρίζω πολύ καλά τι θα είχες να πεις. Μα ούτε έχεις το δικαίωμα να προσθέσεις τίποτα σ’ εκείνα που ‘χεις ήδη πει. Γιατί ήρθες λοιπόν να μας ενοχλήσεις; Γιατί, για να μας ενοχλήσεις ήρθες, αυτό το ξέρεις κι Εσύ. Έχεις άραγε το δικαίωμα να μας γνωστοποιήσεις έστω κι ένα απ’ τα μυστικά του κόσμου απ’ τον οποίο ήρθες; Όχι, δεν έχεις, για να μην προσθέσεις σ’ εκείνα που έχουν πια ειπωθεί και για να μην αφαιρέσεις απ’ τους ανθρώπους την ελευθερία, που τόσο την υπερασπίστηκες όταν ήσουν στη γη. Ό,τι καινούργιο πεις τώρα, θα 'ναι πλήγμα για την ελευθερία της πίστης των ανθρώπων, γιατί θα φανεί ως θαύμα, ενώ η ελευθερία της πίστης τους Σου ήταν ό,τι πολυτιμότερο και τότε ακόμα, εδώ και χίλια πεντακόσια χρόνια. Μήπως δεν είχες πει συχνά και Συ ο ίδιος τότε: "Θέλω να σας κάνω ελεύθερους"; Μα να που τώρα είδες αυτούς τους "ελεύθερους ανθρώπους". Ναι, αυτή η δουλειά μας κόστισε πολύ, μα την αποτελειώσαμε επιτέλους εν ονόματί Σου. Δεκαπέντε αιώνες βασανιστήκαμε μ’ αυτήν την ελευθερία, μα τώρα τελειώσαμε μ’ αυτήν για τα καλά. Μάθε, όμως πως τώρα όλοι αυτοί οι άνθρωποι είναι βέβαιοι, περισσότερο από κάθε άλλη φορά, για την ελευθερία τους κι όμως αυτοί οι ίδιοι μας φέρανε την ελευθερία τους και την κατέθεσαν ταπεινότατα στα πόδια μας. Κι αυτό το πετύχαμε εμείς. Μα εσύ αυτό ήθελες τάχα; Μια τέτοια ελευθερία θέλησες;
(…)Αντί να κυριέψεις την ελευθερία των ανθρώπων, Εσύ τους την έκανες ακόμα μεγαλύτερη! Η, μήπως ξέχασες πως ο άνθρωπος προτιμάει την ησυχία, ακόμα και το θάνατο, παρά την ελεύθερη εκλογή εν γνώσει του καλού και του κακού; Δεν υπάρχει τίποτα πιο ελκυστικό για τον άνθρωπο από την ελευθερία της συνείδησης του, μα δεν υπάρχει και τίποτα πιο βασανιστικό. Και να που, αντί να βάλεις σταθερές βάσεις για τον ησυχασμό της ανθρώπινης συνείδησης μια για πάντα, τους πρόσφερες ό,τι πιο ασυνήθιστο, ενδεχόμενο και αόριστο, όλα εκείνα που ήταν ανώτερα από τις δυνάμεις των ανθρώπων. Φέρθηκες λοιπόν σαν να μην τους αγαπούσες καθόλου. Και ποιος το ‘κανε αυτό; Εκείνος που ήρθε να θυσιάσει τη ζωή Του για χάρη τους! Αντί να κυριέψεις την ανθρώπινη ελευθερία, την πολλαπλασίασες και βάρυνες την ψυχή τους για τον αιώνα τον άπαντα με τα βάσανα τούτης της ελευθερίας. Θέλησες την ελεύθερη αγάπη του ανθρώπου, θέλησες να Σε ακολουθήσει ελεύθερα. Αντί να υπακούει στον παλιό αυστηρό νόμο, ο άνθρωπος έπρεπε με ελεύθερη καρδιά να αποφασίζει από δω και μπρος ποιο είναι το καλό και ποιο το κακό, έχοντας μοναδικό του οδηγό τη μορφή Σου. Μα είναι δυνατό λοιπόν να μη σκέφτηκες πως τελικά θ’ απαρνηθεί ακόμα και τη μορφή Σου και την αλήθεια Σου, συντριμμένος κάτω από το τρομερό βάρος: την ελευθερία της εκλογής; Θα φωνάξουν στο τέλος πως η αλήθεια δε βρίσκεται σε Σένα, γιατί θα ‘ταν αδύνατο να τους αφήσει κανείς σε μεγαλύτερη σύγχυση και αγωνία απ’ όσο τους άφησες Εσύ, αφήνοντάς τους τόσες φροντίδες και τόσα άλυτα προβλήματα. Ώστε λοιπόν, Εσύ ο ίδιος έβαλες τις βάσεις για την καταστροφή της βασιλείας Σου και μην κατηγορείς γι’ αυτό κανέναν άλλον.
Υπάρχουν τρεις δυνάμεις στον κόσμο που θα μπορούσαν να νικήσουν και να υποτάξουν για πάντα τη συνείδηση αυτών των αδυνάμων στασιαστών, κι αυτό για τη δική τους την ευτυχία. Αυτές οι δυνάμεις είναι: το θαύμα, το μυστήριο και το κύρος. Εσύ απόρριψες και το ‘να και τ’ άλλο και το τρίτο κι έδωσες μονάχος Σου το παράδειγμα για να κάνουν όλοι το ίδιο.
(…..)Μα δεν ήξερες πως, μόλις ο άνθρωπος αρνηθεί το θαύμα, θ’ αρνηθεί παρευθύς και το Θεό, γιατί ο άνθρωπος δε ζητάει τόσο το Θεό όσο τα θαύματα. Κι επειδή ο άνθρωπος δεν έχει τη δύναμη να μείνει δίχως θαύματα, θα δημιουργήσει για τον εαυτό του νέα θαύματα, δικά του πια, και θα προσκυνήσει τις μαγγανείες, τα ξόρκια των τσαρλατάνων, έστω κι αν είναι εκατό φορές στασιαστής, αιρετικός και άθεος. Δεν κατέβηκες απ’ το σταυρό, όταν Σου φωνάζανε περιγελώντας Σε: "Κατέβα απ’ το σταυρό, για να πιστέψουμε πως είσαι Εσύ". Δεν κατέβηκες, γιατί και πάλι δε θέλησες να σκλαβώσεις τον άνθρωπο με το θαύμα. Λαχταρούσες την ελεύθερη αγάπη κι όχι τους δουλικούς ενθουσιασμούς του σκλάβου, του τρομοκρατημένου μπροστά σε μιαν ισχύ που τον συντρίβει. Μα κι εδώ εκτίμησες τους ανθρώπους τόσο που δεν τ’ αξίζανε, γιατί φυσικά αυτοί είναι δούλοι, αν και πλάστηκαν επαναστάτες. Κοίτα και κρίνε μονάχος Σου. Πέρασαν πια δεκαπέντε αιώνες. Κοίταξε τους: Ποιον πήγες ν’ ανυψώσεις; Παίρνω όρκο πως ο άνθρωπος πλάστηκε πιο αδύναμος και πιο ταπεινός απ’ ό,τι τον νόμισες! Μπορεί τάχα να επιτελέσει ό,τι κι Εσύ; Εκτιμώντας τον τόσο πολύ, φέρθηκες σαν να ‘παψες πια να τον συμπονείς, γιατί του ζήτησες πάρα πολλά. Και ποιος; Εκείνος που τον αγάπησε περισσότερο κι απ’ τον εαυτό Του! Αν τον εκτιμούσες λιγότερο, θα του ζητούσες λιγότερα και τότε θα ‘δειχνες πως τον αγαπάς πιο πολύ, γιατί το βάρος που θα τον έβαζες να σηκώσει θα ‘ταν μικρότερο. Αυτός είναι αδύναμος και τιποτένιος.
Τι σημαίνει αν τώρα επαναστατεί παντού ενάντια στην εξουσία μας και καυχιέται κιόλας γιατί είναι επαναστάτης; Αυτό είναι περηφάνια ενός παιδιού, ενός σκολιαρόπαιδου. Είναι μικρά παιδιά που ξεσηκώθηκαν στην τάξη και διώξανε το δάσκαλο τους. Μα θα ‘ρθει κι ένα τέλος στον παιδιάστικο ενθουσιασμό τους κι όλα αυτά θα τους κοστίσουν ακριβά. Θ’ ανατρέψουν τους ναούς και θα πλημμυρίσουν με αίμα τη γη. Μα στο τέλος, τ’ ανόητα παιδιά θ’ αντιληφθούν πως, αν και είναι στασιαστές, είναι αδύναμοι στασιαστές, που δεν μπορούν να βαστάξουν ούτε τη δική τους ανταρσία. Μουσκεμένοι στ’ ανόητα δάκρυά τους, θα παραδεχτούν στο τέλος πως Εκείνος που τους έφτιαξε επαναστάτες, το δίχως άλλο θέλησε να τους περιγελάσει. Αυτό θα το πούνε μέσα στην απόγνωσή τους και η λέξη αυτή θα ‘ναι μια βλασφημία που θα τους κάνει ακόμα πιο δυστυχισμένους, γιατί η ανθρώπινη φύση δεν ανέχεται τη βλασφημία και στο τέλος θα εκδικηθεί η ίδια τον εαυτό της. Ανησυχία, λοιπόν, ταραχή, δυστυχία, να ποια είναι η τωρινή μοίρα των ανθρώπων, ύστερα από τα τόσα που υπόφερες για την ελευθερία τους!
(…)Μα συνήλθα και δε θέλησα να υπηρετήσω την αφροσύνη. Γύρισα και προσχώρησα στην ομάδα εκείνων που διορθώσανε το έργο Σου. Εγκατέλειψα τους περήφανους και επέστρεψα στους ταπεινούς, για να τους κάνω ευτυχισμένους. Όλα όσα Σου λέω θα γίνουν και η βασιλεία μας θα οικοδομηθεί. Σου ξαναλέω πως, αύριο κιόλας, θα δεις αυτή την υπάκουη αγέλη να τρέχει με το πρώτο μου νεύμα, να συνδαυλίζει την πυρά που θα Σε κάψω, γιατί ήρθες να μας ενοχλήσεις. Γιατί, αν υπάρχει κανένας που να αξίζει περισσότερο από κάθε άλλον την πυρά μας, αυτός είσαι Εσύ. Αύριο θα Σε κάψω!»
... Ο ιεροεξεταστής σωπαίνει, περιμένει μια στιγμή την απάντηση του Κρατούμενου. Η σιωπή του, τον βαραίνει. Ο Κρατούμενος τον άκουγε όλη την ώρα, έχοντας καρφωμένη πάνω του τη διαπεραστική κι ήρεμη ματιά του, φανερά αποφασισμένος να μην του απαντήσει. Ο γέρος θα ‘θελε να του πει κάτι, έστω κι αν ήταν λόγια πικρά και σκληρά. Ξαφνικά, ο Κρατούμενος πλησιάζει ήρεμα και σιωπηλός το γέρο και του φιλά τ’ άχρωμα χείλια του. Αυτή ήταν όλη κι όλη η απάντησή του. Ο γέρος τινάζεται, τα χείλια του τρέμουν. Πάει στην πόρτα, την ανοίγει και του λέει: «Φύγε και να μην ξαναγυρίσεις πια... Ποτέ πια!» Και τον αφήνει να φύγει μέσα στα σκοτάδια της πόλης. Ο Κρατούμενος φεύγει
.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου