Τετάρτη 23 Ιανουαρίου 2013

Γ@μώ τον σολομό



της Μαργαρίτας Μυτιληναίου


 


Μέρα μεσημέρι. Πλατεία Κολωνακίου, γωνία με Πατριάρχου Ιωακείμ. Μια μαυροντυμένη γυναίκα, στα εξήντα της, έχει ξαπλώσει μπρούμυτα πάνω στο πεζοδρόμιο. Κρατάει ένα κουτάκι που μέσα έχει πενταροδεκάρες. Πεινάει και ζητιανεύει. Σήμερα μοιάζει πιο αποκαμωμένη από ποτέ. Δύο κοπέλες περνούν από μπροστά της και σταματούν ακριβώς εκεί που βρίσκεται εκείνη. Φορούν τα απολύτως απαραίτητα και κρατούν δύο μεγάλους δίσκους με νοστιμιές: καναπεδάκια με σολομό, μπρικ και χαβιάρι. Σταματούν τους περαστικούς, για να τους κεράσουν «…για τα εγκαίνια του νέου μας μαγαζιού»! ΟΛΟΙ οι περαστικοί, γκάγκαροι Αθηναίοι και μη, δοκιμάζουν τις νοστιμιές και επιδοκιμάζουν. Κανείς τους δεν κοιτά στο πεζοδρόμιο. Κανείς τους δεν ρίχνει βλέφαρο στη μαυροντυμένη γυναίκα, που βρίσκεται ακριβώς από κάτω! Ένας θίασος χυδαίας επιθεώρησης κάνει sold-out την ξεφτίλα. Τρώει τον σολομό και ονειρεύεται, έστω για λίγο, τη μεγάλη ζωή. Ακριβώς δίπλα, η μικρή, η ανώνυμη, η τελειωμένη ζωή. Αυτή που δεν αξίζει ούτε τη ματιά μας. Αυτή που περνάει στο ντούκου.

Αυτό ακριβώς έχουμε πάθει. Όλοι. Βλέπουμε τη ζωή να περνάει κι εμείς, εκεί, στο ντούκου. Το μυαλό μας μόνο στον σολομό και το μπρικ. Καθόλου δεν μας απασχολούν οι φασισταράδες δολοφόνοι του Πακιστανού ποδηλάτη, το ξεφτιλισμένο και ιδιαιτέρως παραπλανητικό πρωτοσέλιδο του Πρώτου Θέματος της Κυριακής, οι τέσσερις κάλπες της συμφοράς, οι δικαστές της ζαρντινιέρας που, πάλι, δεν έκαναν σωστά τη δουλειά τους ή οι τρομοκράτες της χύτρας που αποφάσισαν να βάλουν βόμβα κυριακάτικα στο Mall την ώρα που εκατοντάδες γονείς και πιτσιρίκια βολτάριζαν στα μαγαζιά του…

Ξανακοιτάζω τη γυναίκα, που έχει σταματήσει πια να παρακαλάει. Εξακολουθεί να είναι ένα με το πεζοδρόμιο, αλλά τώρα πια η σιωπή της είναι εκκωφαντική. Κουράστηκε. Δεν την ακούει και δεν τη βλέπει κανείς σήμερα. Οι κοπελίτσες βλέπουν τους δίσκους τους να έχουν αδειάσει και κοιτάζουν η μια την άλλη πολύ ικανοποιημένες. «Σούπερ θα πάει το μαγαζί, θα δεις!», λέει η μια. Η άλλη ξεκαρδίζεται στα γέλια από τη χαρά της.

Γ@μώ τον σολομό μου, γ@μώ…

http://www.protagon.gr

Δευτέρα 14 Ιανουαρίου 2013

Κοπή της πρωτοχρονιάτικης πίτας του Συλλόγου

26 Γενάρη 2008
Το ερχόμενο Σάββατο θα πραγματοποιηθεί στη Λαμπριάδιο Σχολή η κοπή της πρωτοχρονιάτικης πίτας του Πολιτιστικού Συλλόγου Πανωσουδενιωτών. 
Να είμαστε ούλοι εκεί!
Καλή αντάμωση!!!
 
16 Γενάρη 2010

Παρασκευή 11 Ιανουαρίου 2013

"Άψινθος"


Στις 9 Γενάρη ο Μιχάλης Γκανάς παρουσίασε στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμο Ιωαννιτών τη νέα ποιητική συλλογή του "Άψινθος". 
 Αναφέρει ο ποιητής:
«Διαβάζοντας την Αποκάλυψη, πριν από μερικά χρόνια, μαγεύτηκα από τον εσχατολογικό και άγριο λόγο του Ιωάννη και κράτησα στη μνήμη μου τον Άψινθο, το όνομα του αστέρα που πέφτει στη γη και δηλητηριάζει “το τρίτον” των πόσιμων υδάτων. Αυτή ήταν η αφορμή να γραφούν μερικά ποιήματα, το μακρινό ’81, τα οποία άφησα να “σιτέψουν” στο συρτάρι μου. Αυτά αποτέλεσαν τη “μαγιά” του σημερινού Άψινθου, που εμπλουτίστηκε με νέα ποιήματα, δικά μου και αγαπημένων μου ποιητών. Στα ποιήματα υπάρχει ένας συνεχής διάλογος με την Αποκάλυψη… Ήθελα να μιλήσω για τη φύση και τον τρόπο που την αντιμετωπίζει ο άνθρωπος, αλλά το βιβλίο διαβάζεται σήμερα και σαν κώδωνας κινδύνου για μια επικείμενη -ή μήπως συντελεσθείσα;- οικονομική και κοινωνική καταστροφή που συμπαρασύρει τα πάντα».
Στην εκδήλωση ο Νίκος Ξυδάκης έπαιξε στο πιάνο μελοποιημένα ποιήματα του Γκανά, θυμίζοντας τη θαυμάσια εκδήλωση που πραγατοποιήθηκε στο χωριό μας τον Απρίλιο του 2009.


Παραθέτουμε τέσσερα ποιήματα από την Άψινθο:



«…καὶ ἡ φωνὴ αὐτοῦ ὡς φωνὴ ὑδάτων πολλῶν…»

Βροχή. Ψιχαλιστή ποτιστική δαρτή.
Υετός. Ομηρική βροχή.
Όμβρος. Αρχαία βροχή – καταρρακτώδης.
Βροχή και άλλα κατακρημνίσματα.
Χιών. Χιόνι χιονόνερο. Νιφετός.
Χάλαζα χαλάζι χαλαζόκοκκος.
(Σιούγκραβος στα όρη Τσαμαντά).
Υδατώδη ατμοσφαιρικά κατακρημνίσματα
αναντάμ παπαντάμ.
Προσφάτως τεχνητή βροχή
εσχάτως όξινη βροχή
προσεχώς κατακλυσμός.
Κατά ζεύγη τα ζώα
κατά μόνας τα φυτά
κατά κρημνού οι άνθρωποι – αγεληδόν
Κατά μάνα κατά κύρη άλλωστε.

Τρέχουν τα δάκρυα βροχή.
Βροχή μου. Βροχούλα μουσκεμένη.




«…οὕτως ὅτι χλιαρὸς εἶ, καὶ οὔτε ζεστὸς οὔτε ψυχρός,
μέλλω σε ἐμέσαι ἐκ τοῦ στόματός μου…»

Αυτοί παιδί μου δεν
δεν σου χαρίζουν ούτε τη νύστα τους
όλο δεν και δεν και δέν-
τρο δεν φύτεψαν τα χέρια τους
δεν χάιδεψαν σκυλί, γατί, πουλάκι πληγωμένο
γυναίκα άσχημη και στερημένη
αυτοί παιδί μου δεν
δεν δίνουν τ’ Αγγέλου τους νερό
δεν άκουσαν ποτέ
ανάκουστο κιλαϊδισμό και λιποθυμισμένο
δεν έπιασαν με τα ρουθούνια τους
το άοσμο άνθος του θανάτου
δεν είδαν-κατάργησαν τα μάτια τους-
μια πιπεριά να γίνεται λιμπελούλα
αυτοί παιδί μου δεν
δεν ξέρουν δεν αγαπούν
ξέρουνε μόνο ν’ απαιτούν
περισσότεραπερισσότεραπερισσότερα περί-
που έτσι γράφεται το μέλλον μας.





«…καὶ ἰδοὺ ἵππος μέλας…»

(Ντομπρίνοβο)
Λίγος χειμώνας πέρσι και γλυκός
γλυκύς βραστός με αραιό χαρμάνι.
Χιόνισε ζάχαρη Ζαχάρω και Σοχό
μα στο Ντομπρίνοβο του Σκουρογιάννη
(Ντομπρίνοβο το λεν οι χωριανοί
κι ας γράφουν οι ταμπέλες Ηλιοχώρι)
αρκούδες άυπνες αλλάζανε πλευρό
και δέρνονταν τα φίδια στο Ζαγόρι.
Νύσταξε κι η αρκούδα του Χατζή
μα πώς να κοιμηθεί με πανωφόρι
αφού τη γούνα της να βγάλει δεν μπορεί
κι ας λιώνει από τη ζέστη η καημένη
γραμμένο της στο Γράμμο να καεί
κι όχι στα γουναράδικα γδαρμένη.
Λίγος χειμώνας πέρσι και γλυκός
γλυκύς πικρός σε πλαστικό κουπάκι.
Το ‘στρωσε θάνατο στη χώρα του χαμού
ετούτο το μακρύ καλοκαιράκι.




«…καὶ ἰδοὺ ἵππος πυρρός…»
              
Κεφαλή αλόγου σκύβει να πιει νερό.
Ίσα που πρόλαβε να δει, εκτός απ’ τη μορφή του, μιαν αλογόμυγα επάνω στα καπούλια, πριν σπάσει ο καθρέφτης της πηγής.
Ρουθούνια ανοιγμένα γεμάτες γουλιές ήρεμη ανάσα και μόνο τα μάτια του τρομαγμένα, με το τρέμισμα μιας σκιάς στον αέρα.

Ξανά.
 Αναπεπταμένο πεδίο. Γύρω βουνά. Ένα άλογο πίνει νερό. Η καμπύλη του αυχένα του τόξο καλά τανυσμένο. Αεράκι στη χαίτη, όταν μαύρο πουλί περνάει ψηλά.
Η σκιά του βιτσιά στα καπούλια.

Ξανά.
 Χαμηλή πτήση με ελικόπτερο πάνω από τη Δρακόλιμνη της Τύμφης.
Καταπράσινο οροπέδιο ανάμεσα σε χιονισμένα βουνά.
Στην όχθη της λίμνης ένα άλογο πυρρό ξεδιψάει. Αλαφιάζεται.
Τρέχει. Τρέχουν μαζί του και τ’ άλλα λευκά, φαιά, πυρρά, σίβα, μαύρα,
150 άλογα κάτω από ένα καπώ, στο δρόμο Ιωαννίνων-Κοζάνης.

Τετάρτη 9 Ιανουαρίου 2013

Αθήνα 2013




Εφέτος άγρια μ’ έδειρεν η βαρυχειμωνιά

που μ’ έπιασε χωρίς φωτιά και μ’ ηύρε χωρίς νιάτα,

κι ώρα την ώρα πρόσμενα να σωριαστώ βαριά

στη χιονισμένη στράτα.



Κωστής Παλαμάς
(για την Αθήνα του 1905)

Σάββατο 5 Ιανουαρίου 2013

Το ημερολόγιο του Συλλόγου μας


Το ημερολόγιο έτους 2013 του Πολιτιστικού Συλλόγου Πανωσουδενιωτών μπορείτε να το προμηθευτείτε από τα μέλη του Δ.Σ. του Συλλόγου μας.


Μαζί με το ημερολόγιο θα προμηθευτείτε και το διπλό cd από την μουσική εκδήλωση "Τραγούδια της ξενιτιάς", που πραγματοποιήθηκε τον περασμένο Οκτώβρη στην παλιά Λαμπριάδειο Σχολή, στα πλαίσια του Β' Φθινοπωρινού Σχολείου με τίτλο: "Ο κόσμος της εργασίας".


Κυριακή 30 Δεκεμβρίου 2012

Στο γύρισμα του χρόνου



Γιάννης Τσαρούχης, "Οι 4 εποχές", 1969

 Στο γύρισμα του χρόνου, οι ευχές γίνονται Ελπίδα, μέσα από την Αγάπη και την Ανθρωπιά. Κι αυτές οι δύο είναι πολύ κοντά μας, όσο κοντά μας βρίσκεται ο «πλησίον».

«Και τις εστί μου πλησίον;»

Η ελπίδα γενιέται παντού! Ακόμα και στην καταστροφή:

Την περασμένη Παρασκευή, Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών απονεμήθηκε μετά θάνατον στους δύο Πακιστανούς Hamayun Anwar και Wakar Ahmed, για υπέρτατη πράξη αυτοθυσίας, καθώς βρήκαν τραγικό θάνατο στις 6 Απριλίου 2012, στο Κρυονέρι Αττικής, στην προσπάθειά τους να απεγκλωβίσουν ένα ηλικιωμένο ζευγάρι από τις ράγες του τραίνου.



Ο Humayun Anwar ήταν γεννημένος στις 4 Αυγούστου 1993. (Δεν είχε κλείσει ούτε τα  19!) Ζούσε εδώ με τον θείο του, ο οποίος και έχει αναλάβει όλα τα διαδικαστικά.

Ο Wakar Ahmed ήταν γεννημένος την 1 Ιανουαρίου 1979. (Την ερχόμενη Πρωτοχρονιά θα έκλεινε τα 33...) Ο Wakar ήταν συγχωριανός των δυο πρώτων.

Στο γύρισμα του χρόνου, η αυτοθυσία των «Ξένων» που στάθηκαν «Πλησίον» ανάβει ένα φωτάκι... 




Κι άλλο ένα δώρο! Η σκληρή πραγματικότητα συνομιλεί μ' ένα τρυφερό παραμύθι, ένα κείμενο του Μάνου Χατζηδάκι για την Αγάπη και το Χρόνο:




Μια φορά κι έναν καιρό, υπήρχε ένα νησί, στο οποίο ζούσαν όλα τα συναισθήματα. Εκεί ζούσαν η Ευτυχία, η Λύπη, η Γνώση, η Αγάπη και όλα τα άλλα συναισθήματα. Μια μέρα έμαθαν ότι το νησί τους θα βούλιαζε και έτσι όλοι επισκεύασαν τις βάρκες τους και άρχισαν να φεύγουν. Η Αγάπη ήταν η μόνη που έμεινε πίσω. Ήθελε να αντέξει μέχρι την τελευταία στιγμή.

Όταν το νησί άρχισε να βυθίζεται, η Αγάπη αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια. Βλέπει τον Πλούτο που περνούσε με μια λαμπερή θαλαμηγό. Η Αγάπη τον ρωτάει: «Πλούτε, μπορείς να με πάρεις μαζί σου;». «Όχι, δεν μπορώ» απάντησε ο Πλούτος. «Έχω ασήμι και χρυσάφι στο σκάφος μου και δεν υπάρχει χώρος για σένα».

Η Αγάπη τότε αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια από την Αλαζονεία που επίσης περνούσε από μπροστά της σε ένα πανέμορφο σκάφος. «Σε παρακαλώ, βοήθησέ με» είπε η Αγάπη. «Δεν μπορώ να σε βοηθήσω Αγάπη. Είσαι μούσκεμα και θα μου χαλάσεις το όμορφο σκάφος μου» της απάντησε η Αλαζονεία.

Η Λύπη ήταν πιο πέρα και η Αγάπη αποφάσισε να ζητήσει από αυτή βοήθεια. «Λύπη, άφησέ με να έρθω μαζί σου». «Ω Αγάπη, είμαι τόσο λυπημένη, που θέλω να μείνω μόνη μου» είπε η Λύπη.

Η Ευτυχία πέρασε μπροστά από την Αγάπη, αλλά και αυτή δεν της έδωσε σημασία. Ήταν τόσο ευτυχισμένη, που ούτε καν άκουσε την Αγάπη να ζητά βοήθεια.

Ξαφνικά ακούστηκε μια φωνή: «Αγάπη, έλα προς τα εδώ! Θα σε πάρω εγώ μαζί μου!». Ήταν ένας πολύ ηλικιωμένος κύριος, που η Αγάπη δεν γνώριζε, αλλά ήταν γεμάτη από τέτοια ευγνωμοσύνη, που ξέχασε να ρωτήσει το όνομά του.

Όταν έφτασαν στην στεριά, ο κύριος έφυγε και πήγε στο δρόμο του. Η Αγάπη, γνωρίζοντας πόσα χρωστούσε στον κύριο που τη βοήθησε, ρώτησε την Γνώση: «Γνώση, ποιος με βοήθησε»; «Ο Χρόνος» της απάντησε η Γνώση. «Ο Χρόνος;» ρώτησε η Αγάπη. «Γιατί με βοήθησε o Χρόνος;» Τότε η Γνώση χαμογέλασε και με τη βαθιά σοφία της είπε: «Μόνο ο Χρόνος μπορεί να καταλάβει πόσο μεγάλη σημασία έχει η Αγάπη».